Στην Ορθόδοξη Παράδοσι όμως οι Πατέρες πως θεολογούν; Οι Πατέρες πρώτον επικαλούνται την Αγία Γραφή για να υποστηρίξουν την διδασκαλία της Εκκλησίας. Επί πλέον όμως επικαλούνται και την εμπειρία των ζώντων θεουμένων, όταν εμφανισθή μία αίρεσις. Όταν εμφανίσθηκε η αίρεσις του Αρείου, οι Πατέρες επεκαλέσθησαν και την εμπειρία των θεουμένων που ζούσαν κατά την εποχή της Αρειανικής διαμάχης. Έτσι έχομε δύο ειδών επιχειρήματα. Για να είναι όμως κάτι Ορθόδοξο, πρέπει αυτό τα δύο να είναι συμβατά μεταξύ τους είτε να ταυτίζωνται είτε να είναι αλληλοσυμπληρούμενα. Όχι αλληλοσυγκρουόμενα. Η βασική επιχειρηματολογία πηγάζει από την Αγία Γραφή. Η επισφράγισις όμως της επιχειρηματολογίας αυτής καθώς και η επιβεβαίωσις της γνησιότητός Της γίνονται πάντοτε βάσει της κατατεθειμένης εμπειρίας των Πατέρων και των κεκοιμημένων Αγίων της Εκκλησίας, καθώς και της εμπειρίας των ζώντων Αγίων της εποχής κατά την οποία εμφανίζεται μία αίρεσις.
Το ίδιο όμως συμβαίνει σε κάθε επιστήμη.
Π.χ. στην Αστρονομία, αν διαβάσωμε τα Κινεζικά χειρόγραφα, θα δούμε ότι την 12η Ιουλίου 1054 έγινε μία μεγάλη έκρηξις στο σύμπαν, την οποία οι Κινέζοι αστρονόμοι μπόρεσαν και κατέγραψαν. Επί δύο εβδομάδες έβλεπαν το φως από την έκρηξι αυτή. Εδώ δηλαδή έχομε ένα Κινέζικο σύγγραμμα, το οποίο αναφέρει αυτό το γεγονός. Εμείς σήμερα το διαβάζομε και μπορούμε να πούμε «κουραφέξαλα…»!117 Όμως οι σημερινοί αστρονόμοι πιστοποίησαν ότι πράγματι συνέβη τότε αυτή η έκρηξις (μία σουπερνόβα), το δε αποτέλεσμά της ήταν ένα νεφέλωμα που του έδωσαν το όνομα Crab Nebula. Εδώ δηλαδή βλέπομε ότι έχομε μία κατατεθειμένη γραπτή μαρτυρία για ένα φαινόμενο, το οποίο επιβεβαιώνεται από την εμπειρία των σημερινών αστρονόμων.
Κατά παρόμοιο τρόπο έχομε κατατεθειμένη στην Αγία Γραφή την εμπειρία των Προφητών και των Αποστόλων. Πως όμως θα γίνη η πιστοποίησις αυτής της εμπειρίας τους σήμερα; Πως θα βεβαιωθούμε ότι τα πράγματα είναι έτσι όπως περιγράφονται στην Αγία Γραφή προκειμένου περί του Θεού και του Χριστού; Από Πατερικής απόψεως αυτό γίνεται βάσει της προσωπικής εμπειρίας εκείνων των ζώντων Αγίων σε κάθε εποχή, οι οποίοι έφθασαν να δουν τον Χριστόν εν δόξη και οι οποίοι μπορούν να διαβεβαιώσουν τους ανθρώπους της εποχής τους για την αλήθεια των αναφερομένων στην Αγία Γραφή. Εκτός δηλαδή από την προσωπική εμπειρία των Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι είχαν την ίδια εμπειρία με τους Προφήτες και τους Αποστόλους, έχομε επί πλέον και την εμπειρία των ζώντων Αγίων σε κάθε εποχή. Η παράδοσις της εμπειρίας της θεώσεως βλέπομε να συνεχίζεται ολοζώντανη μέχρι το τέλος της Τουρκοκρατίας και να δεσπόζη στην συνείδησι των Ορθοδόξων 118 .
Έτσι υπάρχουν Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι στον αγώνα τους εναντίον των αιρετικών επικαλούνται και την προσωπική τους εμπειρία, της θεώσεως. Π.χ. ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος επικαλείται και την προσωπική του εμπειρία στον αγώνα του εναντίον των Ευνομιανών.
Αλλά το θέμα είναι αν καταλαβαίνωμε την σχέσι μεταξύ του γραπτού κειμένου της Αγία Γραφής και της υπαρχούσης σήμερα εμπειρίας. Το αν βέβαια η σημερινή εμπειρία είναι σωστή, είναι άλλο θέμα. Θα το εξετάσωμε αυτό ξεχωριστά.
Το θέμα μας είναι το ίδιο, όπως στην Αστρονομία. Υπάρχει η γραπτή Αστρονομία, υπάρχει και η έμπρακτος, η εμπειρική Αστρονομία. Η ίδια σχέσις που υπάρχει μεταξύ της κατατεθειμένης στα συγγράμματα Αστρονομίας και της Αστρονομίας του σημερινού τηλεσκοπίου, υπάρχει και στην Αγία Γραφή, μεταξύ αφ’ ενός της κατατεθειμένης στην Αγία Γραφή εμπειρίας του δοξασμού των Προφητών και των Αποστόλων ως και της κατατεθειμένης εμπειρίας της θεώσεως μέσα στην Πατερική παράδοση και αφ’ ετέρου της σημερινής εμπειρίας των ζώντων Αγίων.
Αν τώρα αγνοήσωμε την υπάρχουσα σημερινή εμπειρία των ζώντων Αγίων, είναι σαν να αγνοούμε την εμπειρική Αστρονομία του τηλεσκοπίου και να επαναπαυώμεθα μόνο στην κατατεθειμένη στα βιβλία Αστρονομία. Που σημαίνει ότι, αν για κάποιο λόγο οι σημερινοί αστρονόμοι μείνουν κάποτε μόνο με όσα περιγράφουν τα βιβλία περί Αστρονομίας, χωρίς να έχουν την δυνατότητα να επιβεβαιώσουν με την παρατήρησι δια των τηλεσκοπίων τα όσα αναφέρουν αυτά τα βιβλία της Αστρονομίας, αυτή θα είναι Ορθόδοξη Αστρονομία ή αιρετική Αστρονομία; Ασφαλώς αιρετική Αστρονομία, δηλαδή όχι γνήσια. Διότι πως θα μπορούσε να ήταν γνήσια, αφού δεν θα μπορούσε να επιβεβαιωθή εμπειρικά με την παρατήρησι; Εξ άλλου ποτέ μία περιγραφή δεν μπορεί να αποδώση πλήρως την ζώσα εμπειρία και πραγματικότητα.
Το ίδιο συμβαίνει σε όλες τις θετικές επιστήμες, το ίδιο συμβαίνει και στην Θεολογία. Η ζώσα εμπειρία είναι εκείνη που ελέγχει την γνησιότητα ή μη της κατατεθειμένης γραπτής ή προφορικής παραδόσεως.
Ερώτησις επ’ αμφιθεάτρω: Δεν είναι αρκετή η μαρτυρία της Αγία Γραφής; Γιατί να είναι απαραίτητη η εμπειρία της θεώσεως για την πιστοποίησι της αληθείας της Αγίας Γραφής;
Απάντησις: Διότι με την εισαγωγή της Νεοελληνικής θεολογίας κάθονται σήμερα οι Ορθόδοξοι στην Ελλάδα και ασχολούνται με την Αγία Γραφή ανεξάρτητα από τις προϋποθέσεις της. Και έχει γίνει η Αγία Γραφή ένα βιβλίο ξεχωριστό από την εμπειρία των Προφητών και των Αποστόλων. Ενώ η ίδια η Αγία Γραφή μιλάη για την εμπειρία της θεώσεως των Προφητών και των Αποστόλων, η Νεοελληνική Θεολογία ούτε ξέρει ούτε ασχολείται με το ότι η Αγία Γραφή μιλάει γι’ αυτό το θέμα. Ως απόδειξι πάρτε τα μοντέρνα θεολογικά συγγράμματα. Δεν θα βρήτε πουθενά να μιλάνε για την θέωσι και τον δοξασμό των Αποστόλων και των Προφητών. Δηλαδή έχει εξαφανισθή από την Ερμηνευτική της Αγία Γραφής στην σημερινή Ελλάδα 119 αυτή η Πατερική ερμηνεία της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Γιατί; Διότι οι ιδικοί μας ερμηνευτές της Αγίας Γραφής τόσο πολύ έχουν επηρεασθή από τους Ρώσσους, τους Προτεστάντες και τους Παπικούς, ώστε δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τους την Πατερική μέθοδο ερμηνείας της Αγίας Γραφής.
Έχομε την Παλαιά Διαθήκη, έχομε την Καινή Διαθήκη, έχομε τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, έχομε την Πατερική παράδοσι. Παρ’ όλα αυτά όμως έχομε σήμερα ανθρώπους στην Ελλάδα, οι οποίοι λένε ότι είναι συντηρητικοί, οι οποίοι όμως αποδέχονται την Παράδοσι από μία τυφλή αφοσίωσι στην Παράδοσι, δηλαδή μόνο τυπικά.
Εάν κάποιος δεν γνωρίζη τα θεμέλια της Προφητικής, της Αποστολικής και της Πατερικής εμπειρίας, που είναι και τα θεμέλια των δογμάτων, πως θα μπορέση να υποστηρίξη τα Ορθόδοξα δόγματα χωρίς να κάνη αναφορά στις εμπειρίες των Πατέρων; Μόνο από ό,τι αναφέρει η Αγία Γραφή; Αν κάνη αναφορά μόνο στην Αγία Γραφή και όχι στις Πατερικές εμπειρίες, δεν θα μπορέση να εξηγήση πως οι Πατέρες εδογμάτισαν και θα υποχρεωθή έτσι να συμφωνήση με τους ετεροδόξους, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι οι Πατέρες φιλοσοφούσαν (!), όταν εδογμάτιζαν με βάσι τα αναφερόμενα στην Αγία Γραφή. Η αλήθεια είναι όμως ότι οι Πατέρες εδογμάτισαν βάσει της εμπειρίας τους της θεώσεως, και όχι μετά από φιλοσοφικό στοχασμό επάνω στα αναφερόμενα στην Αγία Γραφή.
Έτσι εμφανίζεται η παράδοξη παράδοσι ότι, όταν η Νεοελληνική Θεολογία παρεξέκλινε από την ησυχαστική παράδοσι, η οποία διεσώζετο μέχρι το τέλος της Τουρκοκρατίας, υποχρεώθηκε, χωρίς να το καταλάβη, να πάρη τον δρόμο των φιλοσόφων Πατέρων της Εκκλησίας (Αυγουστίνου κλπ.). Ο δε δρόμος αυτός είναι να εμφανίζωνται οι Πατέρες ως φιλόσοφοι πλέον, οι οποίοι στοχάζονται φιλοσοφικώς βάσει του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος, για να διατυπώσουν τα δόγματα, πράγμα που δεν είναι η περιγραφή της Πατερικής παραδόσεως, αλλά μία καθαρή καρικατούρα.
Οπότε εξ επόψεως καθαρά επιστημονικής επιβάλλεται στον Ορθόδοξο να ξεδιπλώση την ιστορική πορεία της Ορθοδόξου θεολογίας βάσει της Πατερικής μεθοδολογίας, για να μπορέση να καταλάβη που βρισκόμαστε σήμερα. Εάν δεν το κάνη αυτό, τότε η Ορθοδοξία δεν μπορεί να σταθή. Διότι μία τέτοια Ορθοδοξία εξ επόψεως επιστημονικής είναι μία καθαρή βλακεία 120 . Και τούτο διότι όποιος γνωρίζει καλά την μοντέρνα φιλοσοφική μέθοδο, την επιστημονική μέθοδο, την ιστορία της φιλοσοφίας, καθώς και την ιστορία της Θεολογίας (με τον τρόπο που ασχολούνται οι ετερόδοξοι), θα δη ότι η Ορθοδοξία μπορεί μόνο με στρατιωτικές δυνάμεις να σταθή και ότι δεν πείθεται κανείς σοβαρός άνθρωπος για την αλήθεια και την ισχύ των Ορθοδόξων δογμάτων με αυτόν τον τρόπο.
Και ο πρώτος, που δεν θα επειθόμην, θα ήμουν εγώ. Διότι, αν η Ορθοδοξία ήταν αυτή που διδάσκουν τα Νεοελληνικά εγχειρίδια, εγώ σήμερα θα ήμουν άθεος. Η Ορθόδοξη διδασκαλία δηλαδή αποκομμένη από τα θεμέλια της, είναι μία σκέτη βλακεία. Και η Αγία Τριάδα και η Ενσάρκωσις κλπ. Διότι τι σημαίνει π.χ. το «μία ουσία, τρεις υποστάσεις»; Εάν αυτή η διατύπωσις είναι αποκομμένη από την εμπειρία της θεώσεως, δηλαδή της Μεταμορφώσεως και της Πεντηκοστής, δεν σημαίνει λογικά απολύτως τίποτε. Μετά, ποιος είναι ο σκοπός της θεολογίας; Μήπως είναι το να έχω ένα θείο δόγμα για να το βάλω επάνω στο ντουλάπι μου και να το προσκυνάω; Ή μήπως είναι το να έχω ένα δόγμα για να κάνω ηθικολογία;
Το θέμα είναι ότι ο κάθε άνθρωπος είναι άρρωστος από την Πατερική άποψι. Δεν υπάρχει ένας άνθρωπος που να είναι φυσιολογικός, εκτός από τους Αγίους. Σήμερα το τι είναι φυσιολογικός άνθρωπος, είναι κάτι που κρίνει ο καθένας με τα ιδικά του κριτήρια. Ποιος όμως είναι ο πραγματικά φυσιολογικός; Ποιος είναι ο τρελλός και ποιος δεν είναι; Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που είναι τόσο πολύ αφύσικοι, ώστε τους κλείνουν μέσα σε τρελλοκομεία, επειδή είναι επικίνδυνοι είτε για τον εαυτό τους είτε για την κοινωνία. Υπάρχουν όμως και πολλοί άλλοι, που είναι εξ ίσου επικίνδυνοι, που δεν είναι όμως κλεισμένοι στα τρελλοκομεία. Πως λοιπόν μπορούμε να διακρίνωμε ποιος είναι νορμάλ και ποιος δεν είναι νορμάλ;
Έρχεται λοιπόν η Πατερική Θεολογία και λέγει ότι κανένας δεν είναι νορμάλ. Και επεξηγεί:
Ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο νοερά ενέργεια, η οποία είναι ένα φυσιολογικό συστατικό της ανθρωπίνης φύσεως, και η οποία δυστυχώς στον άνθρωπο δεν λειτουργεί καθόλου ή λειτουργεί υποτυπωδώς. Για να επαναλειτουργήση αυτή η νοερά ενέργεια, χρειάζεται να προηγηθή η θεραπεία της ανθρωπίνης προσωπικότητος. Αυτές τώρα οι παράμετροι, δηλαδή η ανάγκη θεραπείας και η μέθοδος θεραπείας της ανθρωπίνης προσωπικότητος, συνιστούν την ουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Αλλά δεν είναι μόνο η νοερά ενέργεια των Ορθοδόξων που πρέπει να θεραπευθή. Η νοερά ενέργεια δεν είναι Ορθόδοξη. Δηλαδή δεν είναι μόνον των Ορθοδόξων Χριστιανών αυτή η ανάγκη, αλλά όλων των ανθρώπων. Νουν έχει όλος ο κόσμος και ο νους αυτός πρέπει να θεραπευθή.
Έτσι, όταν μιλάμε για Ορθόδοξη πνευματικότητα, όπως την εννοούν οι Πατέρες της Εκκλησίας, σημαίνει ότι μιλάμε για την θεραπεία του νοός όλων των ανθρώπων. Δηλαδή, η Ορθόδοξος πνευματικότης είναι μία θεραπευτική αγωγή, η οποία απευθύνεται προς όλους του ανθρώπους και είναι σχεδιασμένη να περιλάβη όλους τους ανθρώπους. Λέγεται Ορθόδοξος, επειδή δεν μπορεί κάποιος να θεραπευθή, αν δεν έχη ασπασθή το Ορθόδοξο δόγμα αν, δηλαδή, δεν έχη Ορθόδοξη δογματική συνείδησι. Εδώ ο σκοπός του δόγματος δεν είναι να καθυποτάξη τον άνθρωπο και να τον εγκλωβίση μέσα σε κάποια θρησκευτικά πλαίσια, αλλά να βοηθήση τον άνθρωπο να θεραπευθή. Το δόγμα καθ’ εαυτό δεν έχει κανέναν άλλο σκοπό, εκτός από το να οδηγήση τον άνθρωπο προς την θεραπεία αυτή.
Τώρα ποια είναι η δυσκολία της Νεοελληνικής θεολογίας; Είναι το ότι, ενώ οι Πατέρες αναγνωρίζουν την ύπαρξι του νοός σε όλους τους ανθρώπους 121 , καθώς και την ανάγκη θεραπείας του, η Νεοελληνική Θεολογία, η μοντέρνα δηλαδή Ορθοδοξία, δεν αναγνωρίζει αυτήν την ανάγκη! Εάν δεν ξανατεθή η θεραπευτική αγωγή του νοός στα θεμέλια της μοντέρνας Ορθοδοξίας, εάν δεν επανέλθη δηλαδή το Πατερικό θεμέλιο, τότε δεν θα έχωμε ως συνέπεια μόνον ότι το δόγμα αποκόπτεται από τα θεμέλια του και γίνεται αθεμελίωτο και ακατανόητο, αλλά θα έχωμε και το ότι η Ορθοδοξία θα ξεφεύγη από τον κύριο σκοπό της, το κύριο έργο της και έτσι δεν θα μπορή να σταθή.
Θα είναι σαν ένας ουρανοξύστης, ο οποίος δεν θα κάθεται επάνω σε θεμέλια, αλλά επάνω σε ένα σύννεφο. Αν ένας κοινός άνθρωπος δη μία τέτοια εικόνα, τι θα πη; Θα πη: ότι αυτό είναι μία βλακεία! Και αν θα υπάρξουν μερικοί που θα πιστέψουν ότι είναι δυνατόν ένας ουρανοξύστης να κάθεται επάνω σε ένα σύννεφο, αυτοί δεν θα είναι βλάκες; Τι άλλο μπορεί να είναι δηλαδή; Έτσι λοιπόν, αν ξεκόψης το δόγμα από το θεμέλιο του, καταντά να είναι ακατανόητο εξ επόψεως προελεύσεως.
Οπότε τι κάνουν τώρα οι Νεοέλληνες θεολόγοι; Έβγαλαν την εμπειρία της θεώσεως από τα θεμέλια των δογμάτων και στην θέσι της έβαλαν την Αγία Γραφή. Βέβαια μέσα της η Αγία Γραφή περιγράφει την εμπειρία της θεώσεως, των Προφητών και των Αποστόλων. Λέγει δηλαδή ότι εδοξάσθη ο τάδε και ο τάδε. Και ναι μεν στην Αγία Γραφή αναφέρεται ότι όλοι οι Προφήτες είδαν την δόξαν του Θεού, όταν όμως δεν υπάρχη ο έλεγχος αυτής της εμπειρίας, τότε ο καθένας αρχίζει να ερμηνεύη εκείνα που αναφέρει η Αγία Γραφή κατά την φαντασία του.
Διαβάζει π.χ. κάποιος ότι ο Χριστός ανελήφθη στον ουρανό μέσα σε νεφέλη. Από την μία μεριά, αν είναι ένας σκεπτόμενος άνθρωπος, που δεν έχει σχέσι με την εμπειρία της θεώσεως ούτε έχει ακούσει τίποτε σχετικό, άμα διαβάση κάτι τέτοιο, θα γελάση. Θα πη δηλαδή: Πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να κάθεται επάνω σε σύννεφο; Από την άλλη μεριά, αν είναι ένας δεισιδαίμων Ορθόδοξος, θα πη: Α, έκανε και αυτό το θαύμα ο Χριστούλης μας! Κάθησε επάνω σε σύννεφο και ανέβηκε στον ουρανό. Και θα το πιστεύη αυτό. Ένας άλλος πάλι ίσως νομίσει ότι ο Χριστός κατά την Ανάληψί Του άρχισε να ανυψώνεται επάνω σε ένα σύννεφο, όπως ανεβαίνει ένα ασσανσέρ!
Κατά τους Πατέρες όμως αυτή η νεφέλη δεν είναι μία κτιστή νεφέλη, ένα σύνολο δηλαδή υδρατμών. Η νεφέλη αυτή είναι η άκτιστη δόξα του Θεού. Στην Αγία Γραφή η δόξα του Θεού λέγεται και νεφέλη και φως και πυρ. Όταν η Αγία Γραφή αναφέρη για στήλη πυρός ή στήλη νεφέλης, η οποία επροπορεύετο των Ισραηλιτών στην έρημο, και τα δύο είναι το ίδιο πράγμα. Είναι δηλαδή η δόξα του Θεού. Οπότε ο Χριστός δεν ανελήφθη μέσα ή επάνω σε σύννεφο υδρατμών ούτε ανέβαινε στον ουρανό σαν με ασσανσέρ, αλλ’ ανελήφθη εν δόξη, όπως λέγει και το Απολυτίκιο της εορτής της Μεταμορφώσεως. Δηλαδή, ο Χριστός απλώς εξαφανίσθηκε μέσα σε άκτιστη δόξα μπροστά στα μάτια των Αποστόλων.
Με την αποκοπή λοιπόν των δογμάτων από τα θεμέλια τους, τα δόγματα μένουν αστήρικτα. Γι’ αυτό και σήμερα 122 στην Ελλάδα η Εκκλησία περνάει μία κρίσι123 . Γιατί; Διότι μετά τον πόλεμο του ‘40 πήγαν τα Ελληνόπουλα στα Κατηχητικά Σχολεία του Νεοελληνισμού και εκεί έμαθαν τους ευσεβισμούς, έμαθαν την νέα ερμηνεία της Αγία Γραφής Προτεσταντικού τύπου, την νέα ερμηνεία των δογμάτων, την νέα Ορθοδοξία κλπ… και γέμισαν από ηθικολογία και πουριτανισμό. Και βέβαια αυτά τα έμαθαν ως συνθήματα. Και ποιος ξέρει πόσοι από σας περάσατε από τέτοια Κατηχητικά σχολεία. Γεμάτα συνθήματα και τραγουδάκια. Με τραγούδια δηλαδή «Ω Χριστέ μας, ω Χριστέ μας…», τους έμαθαν Ορθοδοξία.
Μετά τι συνέβη; Όσοι πήγαν σε τέτοια Κατηχητικά σχολεία τι έπαθαν; Κλονίστηκε η πίστις τους, διότι δεν είχε θεμέλιο και τους έμεινε ο πουριτανισμός. Γι’ αυτό έχομε σήμερα στην Ελλάδα ηθικιστές πολιτικούς, που κάνουν δηλαδή ηθικολογία. Αυτοί οι πολιτικοί αντί να χρησιμοποιήσουν τον Νόμο ως κριτήριο εννόμου τάξεως, χρησιμοποιούν ηθικά κριτήρια για την αξιολόγησι της συμπεριφοράς των πολιτών (το καλός και το κακός δηλαδή). Γι’ αυτό και στην Ελλάδα σήμερα, κινδυνεύει η Δημοκρατία. Επειδή ταυτίζουν τον Νόμο με την ηθική, οπότε δεν μπορεί να έχη κανείς Δημοκρατία, αφού δεν μπορή να ανεχθή τους «κακούς».
Έτσι τώρα, που είναι κλονισμένη η πίστις σ’ αυτούς τους ανθρώπους, πως θα γίνουν Ορθόδοξοι; Σας διαβεβαιώ ότι σήμερα με την ελεύθερη διακίνησι των ιδεών, που υπάρχει, αυτή η Ορθοδοξία του Νεοελληνισμού θα θαφτή. Το εάν θαφτή από υλιστική ιδεολογία (Μαρξισμό, Υπαρξισμό, Αθεϊσμό κλπ.) ή εάν θαφτή από την αναβίωσι της Πατερικής παραδόσεως, είναι άλλο θέμα. Το σίγουρο πάντως είναι ότι θα θαφτή. Δεν μπορεί να επιβιώση. Ίσως αναζωογονηθή η Πατερική παράδοσις και αυτή θάψη αυτήν την ψευτοορθοδοξία. Αλλά, εάν δεν την θάψη η Πατερική παράδοσις, θα την θάψη σίγουρα η μοντέρνα επιστημονική σκέψις. Και τούτο διότι δεν μπορεί να σταθή σήμερα μία ερμηνεία της Αγία Γραφής, η οποία δεν συνδέεται με την θεολογική μέθοδο της Αγία Γραφής.
Η δε θεολογική μέθοδος της Αγίας Γραφής στηρίζεται στην εμπειρία του δοξασμού και της θεώσεως. Που το ξέρομε αυτό; Διαβάστε την Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Θα δήτε εκεί πόσο συχνά αναφέρεται ότι εδοξάσθη ένας Προφήτης, δηλαδή ότι είδε την δόξα του Θεού, είδε τον Άγγελο της δόξης, είδε τον Θεό κλπ. Tο ίδιο πράγμα συμβαίνει και στην Καινή Διαθήκη. Αυτή είναι η Αγία Γραφή, δηλαδή μία περιγραφή των αποκαλύψεων του Χριστού προ και μετά την Ενσάρκωσι. Το αν κάνωμε τώρα σωστή ερμηνεία της Αγίας Γραφής, αυτό είναι το θέμα. Δηλαδή πως ξέρομε ότι μία αποκάλυψις του Χριστού, δηλαδή μία εμπειρία θεώσεως που αναφέρεται στην Αγία Γραφή, είναι αληθινή; Πως διακρίνομε, εάν ένας, που λέγει ότι είδε τον Θεό, είναι προφήτης ή ψευδοπροφήτης; Ο αληθινός, ο γνήσιος προφήτης, είναι εκείνος που έχει φθάσει σε θέωσι κατά τον απόστολο Παύλο. Kατ’ αντιδιαστολήν ο ψευδοπροφήτης είναι εκείνος που λέγει ότι έχει φθάσει σε θέωσι, χωρίς όμως να έχη φθάσει σε θέωσι.
Τα περί δημιουργίας του κόσμου ξέρει όποιος έχει φθάσει στην θέωσι, διότι σ’ αυτήν την κατάστασι βλέπει τα εκ του Πατρός και τα εκ του μη όντος. Δηλαδή βλέπει εκείνα που είναι από το μη ον, αλλά εξαρτώνται από την βούλησι του Θεού• βλέπει επίσης εκείνα που είναι από τον Θεόν. Αυτά δε τα τελευταία είναι τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, η ουσία, η φυσική ενέργεια της ουσίας, το κράτος, η βασιλεία, η δόξα, η ενέργεια του Θεού, που πολλαπλασιάζεται απολλαπλασιάστως στους πολλούς κλπ. Ό,τι προέρχεται και υπάρχει από τον Πατέρα και όχι από το μη ον, είναι άκτιστο, ενώ ότι προέρχεται από το μη ον είναι κτιστό.
Βάσει αυτής της εμπειρίας της θεώσεως εγράφησαν όσα εγράφησαν περί της δημιουργίας του κόσμου στην Αγία Γραφή. Η Αγία Γραφή δεν τα πήρε αυτά που λέγει «από τον ουρανό», δεν εγράφησαν ουρανοκατέβατα δηλαδή, ούτε η Αγία Γραφή ήλθε από τον ουρανό, όπως λένε οι Μουσουλμάνοι ότι ήλθε το Κοράνιο, οι οποίοι πιστεύουν ότι το Κοράνιο είναι άκτιστο. Ούτε είναι η Αγία Γραφή μία νοησιαρχική αποκάλυψις. Αποκομμένη δηλαδή από την εμπειρία της θεώσεως.
Η Αγία Γραφή μιλάει για εμπειρίες Προφητών και Αποστόλων, μιλάει για δοξασμό, μιλάει για προσευχή του Αγίου Πνεύματος. Οπότε βλέπομε ότι μέσα στην Αγία Γραφή υπάρχει μία παράδοσις προ της εμφανίσεως της Αγίας Γραφής, πριν δηλαδή από την συγγραφή της Πεντατεύχου από τον Μωϋσέα. Η Αγία Γραφή εμφανίζεται σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή μέσα στην ιστορία. Ο πυρήνας όμως της Αγίας Γραφής υπάρχει πριν την εμφάνισί της ως γραπτού κειμένου. Ποιος όμως είναι αυτός ο πυρήνας; Είναι η κοινωνία των Πατριαρχών και των Προφητών μετά του Θεού.
Οπότε ο κεντρικός άξονας της Βιβλικής παραδόσεως δεν είναι το βιβλίο της Αγίας Γραφής, αλλά οι εμπειρίες θεώσεως των Πατριαρχών και των Προφητών. Η Αγία Γραφή τότε τι κάνει; Απλώς καταθέτει γραπτώς την περιγραφή αυτών των εμπειριών, οι οποίες όμως ουσιαστικά δεν μπορούν να περιγραφούν, διότι είναι στην κυριολεξία απερίγραπτες, αφού είναι υπεράνω της λογικής του ανθρώπου.
Η Αγία Γραφή δεν έχει ως σκοπό να περιγράψη τον Θεό, διότι ο Θεός είναι απερίγραπτος. Η Αγία Γραφή έχει σκοπό να οδηγήση τον άνθρωπο σε ένωσι με τον Θεό. Γι’ αυτόν τον λόγο η γλώσσα της Αγίας Γραφής είναι συμβολική, όταν μιλάη για τον Θεό. Διότι ο Προφήτης αναγκάζεται να χρησιμοποιήση νοήματα, σχήματα και εικόνες παρμένες από την ανθρώπινη εμπειρία για να περιγράψη το άκτιστο, που είναι απερίγραπτο.