Ο Θεάνθρωπος Πανευαγγέλιον
Του Αββά Ιουστίνου Πόποβιτς.
Αποσπάσματα
Ολόκληρον το μυστήριον της χριστιανικής πίστεως είναι η Εκκλησία. ολόκληρον το μυστήριον της Εκκλησίας είναι ο Θεάνθρωπος. ολόκληρον το μυστήριον του Θεανθρώπου έγκειται εις το ότι ο Θεός έγινε «σαρξ», ότι δηλαδή εις το ανθρώπινον σώμα κατώκησεν όλον το πλήρωμα της Θεότητός Του με όλας τας θείας δυνάμεις και τελειότητας, δηλαδή όλον το μυστήριον του Θεού. Το Ευαγγέλιον του Θεανθρώπου Χριστού συνοψίζεται εις το εξής παγχαρμόσυνον μήνυμα: «Μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον: ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α' Τιμ. 3, 16). Ο Θεός Λόγος έγινεν η κεφαλή του θεανθρώπινου σώματος της Εκκλησίας. Κατά τον θεόσοφον Απόστολον ο Θεός Πατήρ διά του Αγίου Πνεύματος «έδωκε» τον Θεάνθρωπον, «κεφαλήν υπέρ πάντα τη Εκκλησία, ήτις εστί το σώμα Αυτού, το πλήρωμα του τα πάντα εν πάσι πληρουμένου» (Εφ. 1, 22-23).
Ο Θεάνθρωπος και εν Αυτώ η Εκκλησία Του είναι το παν διά τα σύμπαντα. Και πώς να μην ονομάση κανείς πανευαγγέλιον την φανέρωσιν της αληθείας της ζωής κατά την οποίαν ο Θεάνθρωπος αυτός είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας! Εις την πραγματικότητα «αυτός εστι προ πάντων και τα πάντα εν αυτώ συνέστηκε» (Κολ. 7, 17). Διότι Αυτός είναι Θεός, Αυτός Δημιουργός, Αυτός Προνοητής, Αυτός Σωτήρ, Αυτός η Ζωή της ζωής, και το ον του όντος, και η ύπαρξις της υπάρξεως: «ότι εν αυτώ εκτίσθη τα πάντα» (Κολ. 1, 16). Αυτός είναι το τέλος παντός του υπάρχοντος. Ολόκληρος η κτίσις εδημιουργήθη ως Εκκλησία, και αποτελεί την Εκκλησίαν, «και αυτός εστίν η κεφαλή του σώματος, της Εκκλησίας» (Κολ. 1, 18).
Ο Θεάνθρωπος είναι η Εκκλησία, αλλά και το σώμα της Εκκλησίας και η Κεφαλή της. Με όλα αυτά και διά μέσου όλων αυτών ο άνθρωπος «εκκλησιάζεται» και γίνεται εκκλησία, αποκτά την εν-χρίστωσιν και χριστοποίησιν, την εν-τριάδωσιν και τριαδοποίησιν, γίνεται Θεάνθρωπος και σύσσωμος του θεανθρωπίνου σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας (Εφ. 3, 6), αυτού του αγιωτάτου και προσφιλεστάτου μυστηρίου του Θεού, μυστηρίου των μυστηρίων ή μάλλον παμμυστηρίου των παμμυστηρίων.
Η Εκκλησία είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός παρατεινόμενος εις όλους τους αιώνας και εις όλην την αιωνιότητα. Αλλά μαζί με τον άνθρωπον και διά τον άνθρωπον, ανήκει εις την Εκκλησίαν, ρέουν διά μέσου όλου του σώματος της Εκκλησίας ρεύματα των ζωηφόρων κεχαριτωμένων δυνάμεων και μας ζωογονούν με την αθανασίαν και την αιωνιότητα. Όλαι αι θεανθρώπιναι αισθήσεις της Εκκλησίας είναι απ' Αυτόν, εν Αυτώ και δι' Αυτού. Όλα τα άγια μυστήρια και αι άγιαι αρεταί εν τη Εκκλησία με τας οποίας καθαριζόμεθα, αναγεννώμεθα, μεταμορφωνόμεθα, αγιαζόμεθα, χριστοποιούμεθα, θεανθρωποιούμεθα, θεούμεθα, τριαδοποιούμεθα, σωζόμεθα, γίνονται εκ του Πατρός διά του Υιού εν Αγίω Πνεύματι, ακριβώς λόγω της καθ' υπόστασιν ενώσεως του Θεού Λόγου με την ανθρωπίνην φύσιν μας εν τω θαυμαστώ Προσώπω του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού. Διατί ο Θεάνθρωπος Κύριος Ιησούς, το δεύτερον Πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, είναι το παν εν τη Εκκλησία: και η Κεφαλή του σώματος της Εκκλησίας και η Εκκλησία το σώμα Του. Διά να ημπορέσουμε τα μέλη της Εκκλησίας να «αυξήσωμεν εις αυτόν τα πάντα, ος έστιν η κεφαλή, ο Χριστός...», «μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφ. 4, 15. 13). Τούτο σημαίνει ότι η Εκκλησία είναι θεανθρώπινον εργαστήριον εις το οποίον οι άνθρωποι θεανθρωποποιούνται, χριστοποιούνται, θεούνται, δηλαδή μεταμορφώνονται εις θεανθρώπους κατά χάριν, εις χριστούς κατά χάριν, εις θεούς κατά χάριν.
Το πρώτον άγιον μυστήριον είναι το Βάπτισμα, η δε πρώτη αρετή η πίστις. «Μία πίστις» (Εφ. 4, 5) και εκτός από αυτήν δεν υπάρχει άλλη. «εις Κύριος» (πρβλ. Α' Κορ. 8,16. 12, 5. Ιουδ. 3) εκτός του οποίου δεν υπάρχει άλλος (Εφ. 4, 5) και «εν βάπτισμα» και δεν υπάρχει άλλο εκτός από αυτό. Μόνον εις την οργανικήν ένωσιν με το θεανθρώπινον σώμα της Εκκλησίας και ως «σύσσωμος» αυτού του θαυμαστού οργανισμού, ο άνθρωπος αποκτά την πλήρη αίσθησιν και επίγνωσιν και πεποίθησιν ότι όντως υπάρχει μόνον «εις Κύριος», η Παναγία Τριάς. μόνον «μία πίστις», η πίστις εις την Παναγίαν Τριάδα (Εφ. 3, 6. 4, 13. 4, 5. Ιουδ. 3). μόνον «εν βάπτισμα», το βάπτισμα εις την Παναγίαν Τριάδα (Ματθ. 28, 19) και μόνον «εις Θεός και Πατήρ πάντων, ο επί πάντων, και διά πάντων, και εν πάσιν ημίν» (Εφ. 4, 6). Εκείνος ο οποίος το αισθάνεται και ζη με αυτό σημαίνει ότι διάγει τον βίον αξίως της χριστιανικής κλήσεως με μίαν λέξιν, σημαίνει ότι είναι χριστιανός.
Διά του Κυρίου Ιησού όλοι οι άνθρωποι έχουν «την προσαγωγήν... εν ενί Πνεύματι προς τον Πατέρα» καθ' ότι μόνον διά του Χριστού ο άνθρωπος έρχεται προς τον Πατέρα (Εφ. 2, 18. Ιω. 14, 6). Διά της Οικονομίας της σωτηρίας, ο Θεάνθρωπος ήνοιξε εις όλους μας την οδόν και την «προσαγωγήν» προς την Τριαδικήν Θεότητα (πρβλ. Ρωμ. 5, 1-2. Εφ. 3, 12. Α' Πετρ. 3, 18). Εις την Οικονομίαν της σωτηρίας του Θεανθρώπου, όλα τελούνται εκ του Πατρός, διά του Υιού εν τω Αγίω Πνεύματι.
Τα πάντα γίνονται εκ του Πατρός διά του Υιού εν τω Αγίω Πνεύματι..
* Την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Θεού αποκτά κανείς μόνον εν κοινωνία «συν πάσι τοις αγίοις» (Εφ. 3, 18), μόνον με την καθολικήν ζωήν «συν πάσι τοις αγίοις» υπό την υψίστην καθοδήγησιν των αγίων Αποστόλων, των Προφητών, των Ευαγγελιστών, των Ποιμένων, των Πατέρων, των Διδασκάλων. Αυτούς, πάλιν, οδηγεί με τον πλέον αλάθητον και άγιον τρόπον και χειραγωγεί το Άγιον Πνεύμα, από την ημέραν της Πεντηκοστής και εξής, μέσω όλων των αιώνων έως της φοβεράς Κρίσεως. Το δε Πνεύμα το Άγιον είναι εκείνο το «εν πνεύμα» το ενυπάρχον εις το σώμα της Εκκλησίας (Εφ. 4, 4). Εν Αυτώ είναι, λοιπόν, και εξ Αυτού «η ενότης της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού». Όλην την αποστολικήν και ορθόδοξον πίστιν εις τον Χριστόν, και την γνώσιν περί του Χριστού, την κατέχει το Πνεύμα της Αληθείας το οποίον μας εισάγει εις ολόκληρον την αλήθειαν αυτήν, την μίαν και μοναδικήν (Ιω. 16, 13. 15, 26. 14, 26).