γράφει η Άννα Μαργαρίτη
"Έστέ τέλειοι ως ο πατήρ ημών εν τοις ουρανοίς".
Ένα είδος γνώσεως φροντίζει τον άνθρωπο ως προς την αγωγή του, την πολιτεία του, την επιβίωση του και την ικανότητα του να απολαμβάνει να χαίρεται όχι μόνο ότι ο Θεός δημιούργησε αλλά και τα επιτεύγματα της ανθρώπινης διάνοιας μέσα στους αιώνες. Ακόμη αυτό το είδος γνώσεως τείνει προς την ανάπτυξη της νοητικής ικανότητας. Το άλλο είδος γνώσεως είναι η αναζήτηση και η ανεύρεση του δρόμου εκείνου, που οδηγεί τον άνθρωπο στον αγώνα για την εσωτερική του τελείωση, τον τελικό του σκοπό που είναι ο Θεός.
Το πρώτο είδος γνώσεως το οποίο ονομάζεται και έξω ή θύραθεν παιδεία, προσφέρει στον άνθρωπο μια θέση στην κοινωνία, χρήματα, κύρος, δυνατότητες να αντεπεξέλθει γενικά στις βιοτικές του ανάγκες, καλλιεργεί το νου και εξασφαλίζει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να γευθεί, ανάλογα, αυτά που του προσφέρει ο υλικός κόσμος. Τον αφήνει όμως ακάλυπτο ως προς τις δυσάρεστες πλευρές του χαρακτήρα του και γενικά των τάσεων του, αφού δεν του παρέχει καμιά δυνατότητα αλλαγής.
Ένα άτομο όσες γνώσεις κι αν έχει, δεν μπορεί να αποβάλλει ελαττώματα όπως η φιληδονία, η φιλαργυρία και άλλα που έχουν δυσάρεστες συνέπειες και τον φέρνουν διαρκώς σε σύγκρουση με τους άλλους και τον εαυτό του. Αντίθετα η άλλη γνώση, η λεγόμενη έσωθεν ή εσωτερική παιδεία, δεν προσφέρει κύρος, ούτε χρήματα, αλλά θέτει σε δοκιμασία τις εσωτερικές αξίες του ανθρώπου και δεν αφήνει κανένα να ζει στείρα, επαναλαμβάνοντας τον εαυτό του, είναι η γνώση που μεταμορφώνει και αναζωογονεί.
O κόσμος δεν μπορεί να καλυτερέψει μόνο με διανοητικά και καλλιτεχνικά έργα, ούτε μόνο με την τεχνική πρόοδο. Δεν υπάρχει τίποτα που να προσφέρει στον άνθρωπο κάποιο αντάλλαγμα χαράς για την πολύμοχθη προσπάθειά του. Πορευόμαστε μέσα σ’ ένα απρόσωπο κόσμο που ζει και εργάζεται ατομικά. Οι άνθρωποι συνηθίζουν όλο και περισσότερο να κρύβονται, να απομονώνονται στο μικρό τους δώμα. Αυτό όμως είναι ολέθριο γιατί στερούνται την δυνατότητα να δεχθούν όλα εκείνα τα στοιχεία που ξεχειλίζουν από όλες τις πλευρές του ορατού και αόρατου κόσμου.
Όταν πρόκειται για υλικά αγαθά, για χρήμα, για σπίτια για προβολή όλοι ομονοούν και αφιερώνουν σ’ αυτά όλες τις δυνάμεις τους. Όταν όμως πρόκειται για την ευτυχία τους, για την εσωτερική ελευθερία τους, τη μόνη ελευθερία, όταν πρόκειται για το κοινό όφελος αυτό δεν τους λέει τίποτα. Θέλουν να αγνοούν σε μόνιμη βάση ότι η αποστολή τους εδώ στη γη είναι να εργάζονται για την δική τους εξέλιξη, καθώς και για εκείνη του κόσμου που τους περιβάλλει. Ο κάθε άνθρωπος με ότι θείο έχει μέσα του, μπορεί να είναι, ή το μηδέν ή το άπειρο, ή σταδιακά από το μηδέν να ταξιδεύει προς το άπειρο όπου είναι και η μόνιμη κατοικία του. Το νόημα της ζωής είναι η εξέλιξη. Υπάρχει ένα νόημα, ένα σχέδιο, ένας νόμος που ωθεί όλη τη δημιουργία στο να εξελίσσεται. Όλα εξελίσσονται φυτά ζώα και άνθρωποι. Ο νόμος της ζωής είναι η εξέλιξη η μέχρι τελειότητας ανάπτυξη.
Αυτό που ζήτησε εκείνος ο ανεκδιήγητος βασιλιάς της ανατολής να γραφτεί στον τάφο του, το περίφημο "Έσθιε, πίνε και αφροδισίαζε, και τ’ άλλα όλα μηδέν", έχει γίνει σήμερα κανόνας ζωής. Μ’ αυτό το σύνθημα του Σαρδανάπαλου, που έγινε σημαία αγωνίζονται κοπιάζουν μοχθούν όλοι, υποβιβάζοντας το ανθρώπινο είδος σε εκείνο των ζώων, αφού είναι αρκετό να αποκτήσουν όλοι "τις αρετές των ζώων, δηλαδή τροφή, αναπαραγωγή και την "κοπιώδη" ανατροφή των παιδιών, για να τα κάνουμε κι αυτά με τη σειρά τους δυστυχισμένα, για να νιώσουν κι αυτά την πίκρα που νιώσαμε εμείς όταν διαδοχικά προσκρούαμε στα πολλαπλά αδιέξοδα της ζωής.
Ζούμε σ’ ένα κόσμο φθοράς και διαπιστώνουμε αυτό που έγραψε στον Εκκλησιαστή εκείνος ο σοφός βασιλιάς: "Ματαιότης, ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης". Και φτάνουν κάποια στιγμή οι άνθρωποι, να ατενίζουν το σωρό των αγαθών που συλλέξανε με την ίδια αδιαφορία που ατενίζει και εκείνος που δεν συνέλεξε τίποτα. Μάταια όλα, όλα ένας άχρηστος σωρός, ένα άχρηστο υλικό έτοιμο για ανακύκλωση. Μήπως έτσι τελειώνει αυτή η ανθρώπινη κωμωδία για όλους εκείνους που ξέχασαν την αποστολή τους, ή δεν την γνώρισαν ποτέ, και έγιναν υποχείριοι των επιθυμιών και των φιλοδοξιών τους;
Όμως για αυτούς που γνώρισαν και παραδόθηκαν με επίγνωση σε Εκείνον, γι αυτούς που έστρεψαν και προσήλωσαν τα μάτια τους στον ουρανό, δεν υπάρχει τέτοιο τέλος, γιατί όσο το σώμα φθείρεται τόσο το πνεύμα δυναμώνει, φωτίζει, λαμπρύνει το νου, τον έσω άνθρωπο, που ατενίζει την αιωνιότητα, προχωρεί μέχρι το τέλος χωρίς φόβο για το θάνατο, χωρίς πίκρα για τη φθορά του σώματος διότι γνωρίζει ότι φεύγοντας από εδώ θα ενδυθεί το Σώμα της Δόξας.
"Δεν χάνουμε το θάρρος μας μπορεί ο εξωτερικός ημών άνθρωπος κάθε ημέρα να φθείρεται, αλλά ο εσωτερικός ανανεώνεται ανακαινίζεται , μέρα με την ημέρα, γιατί, ότι προσωρινά ασκεί μια ελαφριά πίεση πάνω μας, μας προετοιμάζει για ολοένα μεγαλύτερο πλούτο αιώνιας δόξας". Β’ προς Κορινθίους δ’ 16, 17.
Όποιος ζει όμως χωρίς την επίγνωση του εαυτού του, χωρίς να αποδεχτεί αυτή την υπέρτατη δύναμη που διέπει και ρυθμίζει τον κόσμο, χωρίς επίγνωση Θεού, καταδικάζει τον εαυτό του εδώ στη γη να υποφέρει να φθείρεται να συνθλίβεται από παράγοντες που ούτε βλέπει ούτε ακούει ούτε ακουμπάει. Διότι ο πιο σημαντικός κόσμος είναι αόρατος, βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια, κάτω από την επιδερμίδα, ο λεγόμενος εσωτερικός μας κόσμος, δηλαδή η ουσία των πραγμάτων, είναι αυτός ο κόσμος που ζούμε, και όχι αυτός που είναι έξω μας ή δίπλα μας, είναι αυτό που αισθανόμαστε. Αισθανόμαστε λυπημένοι.
"Αόρατον τόν έσω άνθρωπον, ψυχής όργανον. Άνθρωπος δε κυρίως το κατ' αυτήν ψυχήν".
(Μ. Βασίλειος εις τον λόγον του περί κατασκευής ανθρώπου).
Τότε αυτή είναι η πραγματικότητα μας, αυτός είναι ο κόσμος μας, αυτό που έχουμε στο νου μας, ότι εκλαμβάνει ο νους ως πραγματικό, και πολλές φορές διεπόμαστε πράγματι από το μη πραγματικό, και νιώθει κανείς άρρωστος και οδηγειται στον γιατρό. Οφείλουμε να στέψουμε λοιπόν αυτό το νου προς το πραγματικό, να μην τον αφήσουμε να πλανιέται, να ζει στην αυταπάτη και στο ψέμα. Επίγνωση του εαυτού μας λοιπόν, γνωρίζουμε την πραγματικότητα, γνωρίζουμε όχι μόνο αυτό που είμαστε, αλλά κι αυτό που μπορούμε να γίνουμε.
Γι αυτό δεν στοχεύουμε σ’ αυτά που φαίνονται, αλλά σ’ αυτά που δεν φαίνονται, γιατί όσα φαίνονται είναι πρόσκαιρα, ενώ όσα δεν φαίνονται είναι αιώνια. Β’ προς Κορινθίους δ’18.
Αν το αόρατο Άγιο Πνεύμα δεν είναι παρόν, ακόμη κι αν ο εγκέφαλος και τα μάτια είναι παρόντα είναι αδύνατο να λειτουργήσει αυτό που λέγεται άνθρωπος, που εργάζεται με συλλογισμούς και συμπεράσματα που είναι προϊόντα αντίληψης και κρίσης. Είναι μια διεργασία νοηματική που επιτελείται αφανώς στον αόρατο εσωτερικό κόσμο μας, που αντλεί τη νοημοσύνη από τον Ύψιστο Δημιουργό, αφού πλαστήκαμε κατ’ εικόνα Του. Ζώντας με επίγνωση ας διερωτηθούμε ποιοι είμαστε, από που ερχόμαστε και που θα πάμε όταν φύγουμε από τη γη. Καθετί που κάνουμε ας μην θεωρείται αυτοσκοπός, αλλά μέσο για το σκοπό μας, γιατί πολλοί λησμόνησαν το που πηγαίνουν. Ταυτίστηκαν με κάτι κι αυτό ήταν όλο, αυτό το κάτι, ίσως ήταν ένας άνθρωπος, ένας τόπος, ένα αντικείμενο ή η δουλειά τους, που τους κράτησε αιχμάλωτους, δούλους.
Για τούτο δεν χάνουμε το θάρρος μας, αλλά εάν ο εξωτερικός ημών άνθρωπος φθείρεται, ο εσωτερικός όμως ανανεώνεται καθ εκάστην ημέρα. Β’ Κορινθίους δ’ 16.
Ότι πλησιάζουμε χωρίς επίγνωση, επιπόλαια γιατί απλώς μας αρέσει, δεν θα μας διδάξει τίποτα, θα ζούμε στην επιφάνεια της ύπαρξης στην ψυχοσωματική πλευρά των πραγμάτων θα αγνοούμε την πνευματική πλευρά, που είναι η ουσιώδης, δηλαδή η ίδια η ζωή, θα αγνοούμε το Πνεύμα και θα ζούμε κατά το γραμμα του νόμου, αλλά αν αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε, να αναγνωρίζουμε και με συνεχή παρατήρηση του εαυτού μας, να κατανοούμε την πραγματικότητα, τότε μόνο μπορούμε να προσεγγίσουμε το Θείο και να γευτούμε την αιωνιότητα.
Ότι ζήσουμε, ότι νιώσουμε, ότι γευτούμε αληθινά και με επίγνωση δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ, γιατί αυτό γράφεται βαθιά χαράζεται όχι στο νου, αλλά στην ψυχή μας και αυτό θα το πάρουμε μαζί μας όταν φύγουμε από εδώ, γιατί είναι ότι βαθιά αγαπήσαμε.
Είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε, είμαστε πτυχές αυτής της ίδιας δύναμης που αποκαλούμε Θεό και που για να επιβιώσουμε και να εξελιχτούμε, πρώτα απ’ όλα οφείλουμε να αποδεχθούμε Εκείνον που διέπει και ρυθμίζει τα πάντα με την ανυπέρβλητη δύναμη και την απεριόριστη κατανόησή Του, γιατί όλα είναι Εκείνος, η ζωή, η πνοή και το φως είναι Εκείνος.
"Εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν".Πράξεις Αποστόλων 17. 28.
"Γιατί μέσα σ’ Αυτόν ζούμε κινούμαστε και υπάρχουμε", και οι ποιητές λένε "δική Του είμαστε γενιά".
Αναγνωρίζοντας τον εαυτό μας, συμφιλιωνόμαστε μαζί του, τον αγαπάμε, υπό την έννοια ότι θα πάψουμε να κάνουμε ότι τον βλάπτει, ότι θα πάψουμε να ζούμε με τον φόβο των άλλων, να εξαρτάται η κάθε μας εκδήλωση από την επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία των άλλων. Παύουν να μας απασχολούν όσα οι άλλοι σκέπτονται για μας, ή μάλλον αυτά που νομίζουμε ότι οι άλλοι σκέπτονται για εμάς. Και τέλος ας μας αναγνωρίσουν έτσι όπως εμείς θέλουμε, για να νιώσουμε ελεύθεροι, γιατί πάψαμε να επιδιώκουμε την επιδοκιμασία ή να προκαλούμε την αποδοκιμασία τους.
Βιώνοντας τη χαρά, την αρμονία, τον πνευματικό πλούτο, τη δύναμη, την εσωτερική ελευθερία, τι σημασία θα έχει αν έξω από σένα είναι η τρικυμία, η μιζέρια η αθλιότητα; Αυτό δεν σημαίνει ότι κανείς αγνοεί την εξωτερική πλευρά.
Αντίθετα την παρατηρούμε, την μελετούμε, τη βιώνουμε, διότι μέσω αυτής θα δεχθούμε τα εξωτερικά ερεθίσματα και θα σχηματίσουμε τις εμπειρίες που θα μας χρησιμεύσουν στην εξέλιξή μας. Όμως για να μπορέσουμε να ζήσουμε μόνο με την εξωτερική πλευρά των πραγμάτων, μόνο με τον ορατό κόσμο είναι αδύνατο. Αν δεν υπάρχει το συναίσθημα της ομορφιάς, ακόμα κι αν βρεθεί κανείς μπροστά στο μεγαλείο της Θείας δημιουργίας και μπροστά στα επιτεύγματα της ανθρώπινης νοημοσύνης, θα μείνει αδιάφορος και απαθής. Όμως τι αποκομίζει από όλα αυτά, όταν μέσα του ο εσωτερικός κόσμος είναι κενός και ακατάλληλος για να δεχθεί και να δώσει τα σωστά ερεθίσματα;
"Παρακαλώ το Θεό να ενισχύσει πλουσιοπάροχα και δυναμικά με το Πνεύμα Του τον εσωτερικό σας άνθρωπο να κατοικήσει ο Χριστός στις καρδιές σας με την πίστη, και να είστε ριζωμένοι και θεμελιωμένοι με αγάπη". Εφεσίους γ’ 16.
Η εσωτερική και η εξωτερική παιδεία είναι δυο δρόμοι παράλληλοι. Σ’ένα βαθμό συγκλίνουν μεταξύ τους και στο τέλος διαχωρίζονται οριστικά. Κανείς δεν μπορεί να είναι εναντίον της εξωτερικής παιδείας όσο κι αν αγαπά την εσωτερική. Στο ξεκίνημα του λοιπόν ο άνθρωπος εάν δεν είναι εκείνος που από βαθιά εσωτερική ανάγκη, οδηγείται εξ’ απαλών ονύχων στο δρόμο της σιωπής και της γαλήνης, στο δρόμο που οδηγεί στο Θεό, θα ακολουθήσει τη συνήθη εξωτερική παιδεία αλλά πάντοτε μπορεί να έχει προσβάσεις και στην εσωτερική. Με την πάροδο του χρόνου, η πρώτη μπορεί να παραχωρεί έδαφος στη δεύτερη μέχρις ότου κανείς, θεληματικά, αφοσιωθεί στην δεύτερη, όχι γιατί υπάρχει καποια στιγμή που θα αποφασίσει να το κάνει, αλλά γιατί θα έχει τέτοια εσωτερική παρόρμηση, που δεν θα μπορεί να κάνει διαφορετικά, πάντοτε όμως με την ελεύθερη βούλησή του, και γνωρίζοντας ότι αυτό που θα μετρήσει δεν είναι το αποτέλεσμα, αλλά ο επιδιωκόμενος σκοπός.
Η οποιαδήποτε παιδεία και γνώση που απορρέει από αυτήν, ας είναι μέσο απελευθέρωσης του ανθρώπου, δηλαδή να τον οδηγεί στην απαλλαγή από τα πράγματα και όχι να φορτώνει το νου με νέα, που δεν θα τα χρησιμοποιεί ως μέσ αλλά ως σκοπό. Η μόρφωση έχει αξία όταν βοηθάει τις αισθήσεις να εκλεπτυνθούν, να λεπτύνει το παχύ στρώμα της ύλης που μας περιβάλλει, για να γίνει ο άνθρωπος πιο ευαίσθητος και να μπορέσει κάποια στιγμή να συλλάβει τη θεία αρμονία, να προσεγγίσει την έσω παιδεία που είναι το πνεύμα, η ψυχή. Το διάβασμα, η μόρφωση, πολλές φορές αμβλύνουν τις αισθήσεις γιατί δεν τις αφήνουν να λειτουργήσουν φυσιολογικά, αφού επιβάλλουν ένα τρόπο θεώρησης των πραγμάτων, της ερμηνείας, ή της αντίληψης των πηγών και των ερεθισμάτων εντελώς παραμορφωμένο, με συνέπεια να σχηματίζονται λανθασμένες ή ελλιπείς αντιλήψεις, και στη συνέχεια λανθασμένες εμπειρίες.
Οι ανθρώπινες εμπειρίες και η ανθρώπινη γνώση, μπορούν να παραπλανήσουν τον άνθρωπο όταν δεν χρησιμοποιούνται για την καθαρση της ψυχής, αλλά για να συσσωρεύουν πείρα ή γνώση της ζωής. Τότε δεν οδηγούν στην απελευθέρωση του Εαυτού από το εγώ. Το εγώ αντίθετα διογκούται, γίνεται ισχυρότερο και έτσι εμποδίζει την προσέγγιση της Αλήθειας. Για να ξεπεράσουμε το εγώ και μαζί μ΄αυτό να αποτινάξουμε από μέσα μας το γνωστικό θώρακα με τον οποίο μας οπλίζει, να μην ξεχνάμε, ότι όπως δεν είναι δυνατό να πετάξει κανείς χωρίς φτερά, έτσι ανάλογα δεν είναι δυνατόν χωρίς την γνώση του εαυτού μας, να βρεθούμε στο δρόμο που οδηγεί στην απόκτηση της ελευθερίας.
"Ώστε να είναι όλοι ένα, όπως εσύ Πατέρα είσαι ενωμένος με εμένα κι εγώ με εσένα. Να είναι κι αυτοί ενωμένοι με μας κι έτσι ο κόσμος να πιστέψει ότι μ’ έστειλες εσύ. Εγώ ενωμένος μαζί τους κι εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε να αποτελούν μια τέλεια ενότητα, κι έτσι ο κόσμος να καταλαβαίνει ότι μ’ έστειλες εσύ κι ότι αγάπησες κι αυτούς όπως αγάπησες εμένα". Ιωάννης ιζ’ 21 και 23.