Η λέξη φθορά έχει δύο σημασίες. Σημαίνει πρώτα τα ανθρώπινα πάθη· δηλαδή την πείνα, τη δίψα, τον κόπο, το τρύπημα από τα καρφιά, το θάνατο, το χωρισμό δηλαδή της ψυχής από το σώμα και τα παρόμοια. Σύμφωνα μ’ αυτή την σημασία λέμε φθαρτό το σώμα του Κυρίου· διότι όλα αυτά τα ανέλαβε με τη θέλησή του. Φθορά επίσης σημαίνει και την τέλεια διάλυση και εξαφάνιση του σώματος στα στοιχεία από τα οποία συντίθεται· πολλοί αυτήν την ονομάζουν διαφθορά. Το σώμα του Κυρίου αυτή τη διαφθορά δεν την γεύθηκε, όπως λέει ο προφήτης Δαβίδ: «Δεν θ’ αφήσεις την ψυχή μου στον άδη, ούτε θα επιτρέψεις ο όσιός σου να γνωρίσει τη διαφθορά». Είναι λοιπόν ασέβεια να λέμε, σύμφωνα με τη γνώμη του άφρονα Ιουλιανού και του Γαϊανού, ότι το σώμα του Κυρίου πριν από την ανάσταση είναι άφθαρτο με την πρώτη σημασία της λέξεως φθορά. Διότι εάν είναι άφθαρτο, δεν είναι όμοιο στην ουσία με το δικό μας· αντίθετα μάλιστα, όλα όσα αναφέρει το Ευαγγέλιο είναι φανταστικά και όχι πραγματικά, όπως η πείνα, η δίψα, τα καρφιά, η λόγχευση της πλευράς, ο θάνατος.
Αν όμως ήταν φανταστικά, τότε το μυστήριο της οικονομίας είναι απάτη και θέατρο και (ο Θεός) έγινε άνθρωπος κατά φαντασία και όχι πραγματικά· επίσης, φαινομενικά και όχι αληθινά έχουμε σωθεί. Μακριά όμως από μας τέτοια βλασφημία! Κι αυτοί που τα λένε ας στερηθούν τη σωτηρία. Εμείς όμως κερδίσαμε και θ’ απολαύσουμε την αληθινή σωτηρία. Σύμφωνα όμως με τη δεύτερη σημασία της λέξεως φθορά, ομολογούμε, σύμφωνα με την πίστη που μας παράδωσαν οι θεοφόροι Πατέρες, ότι το σώμα του Κυρίου είναι άφθαρτο, δηλαδή αδιάφθορο. Και μετά όμως την ανάσταση του Σωτήρα από τους νεκρούς λέμε ότι το σώμα του Κυρίου, και σύμφωνα με την πρώτη σημασία (της φθοράς), είναι άφθαρτο. Διότι ο Κύριος με το δικό του σώμα χάρισε και στο δικό μας σώμα την ανάσταση και την μετέπειτα αφθαρσία· διότι Αυτός έγινε για χάρη μας η πρώτη αρχή της αναστάσεώς μας, της αφθαρσίας μας και της απαθείας μας. Το λέει ο θείος Απόστολος: «πρέπει το φθαρτό να ντυθεί με την αφθαρσία».
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 72. Περὶ φθορᾶς καὶ διαφθορᾶς.
Τὸ τῆς φθορᾶς ὄνομα δύο σημαίνει. Σημαίνει γὰρ τὰ ἀνθρώπινα ταῦτα πάθη· πεῖναν, δίψαν, κόπον, τὴν τῶν ἥλων διάτρησιν, θάνατον, ἤτοι χωρισμὸν τῆς ψυχῆς ἐκ τοῦ σώματος καὶ τὰ τοιαῦτα. Κατὰ τοῦτο τὸ σημαινόμενον φθαρτὸν τὸ τοῦ Κυρίου σῶμά φαμεν· πάντα γὰρ ταῦτα ἑκουσίως ἀνέλαβε. Σημαίνει δὲ ἡ φθορὰ καὶ τὴν τελείαν τοῦ σώματος εἰς τά, ἐξ ὧν συνετέθη, στοιχεῖα διάλυσιν καὶ ἀφανισμόν· ἥτις μᾶλλον ὑπὸ πολλῶν διαφθορὰ λέγεταί τε καὶ ὀνομάζεται. Ταύτης πεῖραν τὸ τοῦ Κυρίου σῶμα οὐκ ἔσχεν, ὥς φησιν ὁ προφήτης Δαυίδ· «Ὅτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν». Ἄφθαρτον μὲν οὖν τό τοῦ Κυρίου σῶμα λέγειν κατὰ τὸν ἄφρονα Ἰουλιανὸν καὶ Γαϊανὸν κατὰ τὸ πρῶτον τῆς φθορᾶς σημαινόμενον πρὸ τῆς ἀναστάσεως ἀσεβές. Εἰ γὰρ ἄφθαρτον, οὐχ ὁμοούσιον ἡμῖν, ἀλλὰ καὶ δοκήσει καὶ οὐκ ἀληθείᾳ γέγονεν, ἃ γεγονέναι φησὶ τὸ Εὐαγγέλιον, τὴν πεῖναν, τὴν δίψαν, τοὺς ἥλους, τὴν τῆς πλευρᾶς νύξιν, τὸν θάνατον.
Εἰ δὲ δοκήσει γέγονε, φενακισμὸς καὶ σκηνὴ τὸ τῆς οἰκονομίας μυστήριον, καὶ δοκήσει καὶ οὐκ ἀληθείᾳ γέγονεν ἄνθρωπος, καὶ δοκήσει καὶ οὐκ ἀληθείᾳ σεσώσμεθα. Ἀλλ᾿ ἄπαγε, καὶ οἱ ταῦτα λέγοντες τῆς σωτηρίας ἀμοιρείτωσαν. Ἡμεῖς δὲ τῆς ἀληθοῦς σωτηρίας ἐτύχομεν καὶ τευξόμεθα. Κατὰ δὲ τὸ δεύτερον τῆς φθορᾶς σημαινόμενον ἄφθαρτον, ἤτοι ἀδιάφθορον, ὁμολογοῦμεν τὸ τοῦ Κυρίου σῶμα, καθὼς ἡμῖν οἱ θεοφόροι πατέρες παραδεδώκασι. Μετὰ μέντοι τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν τοῦ Σωτῆρος καὶ κατὰ τὸ πρῶτον σημαινόμενον ἄφθαρτον τὸ τοῦ Κυρίου σῶμά φαμεν· καὶ τῷ ἡμετέρῳ γὰρ σώματι τήν τε ἀνάστασιν καὶ τὴν μετὰ ταῦτα ἀφθαρσίαν ὁ Κύριος διὰ τοῦ ἰδίου ἐδωρήσατο σώματος, αὐτὸς ἀπαρχὴ τῆς τε ἀναστάσεως καὶ τῆς ἀφθαρσίας καὶ τῆς ἀπαθείας ἡμῖν γενόμενος. «Δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν», φησὶν ὁ θεῖος ἀπόστολος.