Αρχική Καρτέλα 1 Καρτέλα 2 Καρτέλα 3 Καρτέλα 4 Καρτέλα 5
Τελευταία νέα

Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΛΓ΄. Η τελευταία απάτη, πού χρησιµοποιεί ο διάβολος, για να µας γίνωνται αιτία κακίας οι αρετές που αποκτήσαµε.




Το πανούργο φίδι, δεν σταµατάει ποτέ να µας πειράζη µε τίς πανουργίες και τις απάτες του, ακόµη και σε αυτές τις αρετές, που αποκτήσαµε, για  να  µας  γίνωνται  αυτές  αιτίες  φθοράς  και  κακίας· επειδή,  συναρεσκόµενοι  σε  αυτές  και  στον  ίδιο  µας  τον  εαυτό, φτάνουµε να υψηλοφρονούµε, και υψηλοφρονούντες πέφτουµε (φευ!) µετά απο αυτά στην κακία και στο λάκκο της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας. Οπότε, για να φυλαχθής, αδελφέ, από αυτό τον κίνδυνο, συµµάζεψε όλο το νού σου στην καρδιά σου και πολέµα πάντα αυτό τον δαίµονα, σαν να κάθεσαι, σε µιά πλατιά και ευρύχωρη πολεµήστρα, στην αληθινή και πολύ βαθιά γνώσι της µηδαµινότητας του εαυτού σου· σκεπτόµενος, πως αληθινά δεν είσαι τίποτα άλλο, παρά το µηδέν, και πως δεν µπορείς να κάνης τίποτα, και πως δεν έχεις τίποτε άλλο, παρά ταλαιπωρίες, αρρώστιες, κακίες και ελαττώµατα, και πως δεν σου ταιριάζει τίποτα άλλο, παρά αιώνια καταδίκη. Και αφου βεβαιωθής σε αυτή την αλήθεια, µην αφήσης ποτέ το νου σου να ασχοληθή µε τα εξωτερικά πράγµατα του κόσµου, ούτε καν από ένα παραµικρό λογισµό ή γεγονός που θα σου τύχη, έχοντας βέβαιο και σίγουρο, οτι όλα τα εξωτερικά πράγµατα σου είναι τόσο εχθρικά, που αν είχες παραδοθή στα χέρια τους, θα ήσουν σίγουρα νεκρός ή πληγωµένος.

 

Και  για  να  γυµνάζεσαι καλά  και  να  κρατάς  καλά  την  ανωτέρω πολεµήστρα της αληθινής γνώσεως της µηδαµηνότητάς σου, χρησιµοποίησε αυτό τον κανόνα: Όσες φορές φέρεις το νου σου στη σκέψι του εαυτού σου και των έργων σου, να υπολογίζης πάντα µε εκείνο, πού είναι δικό σου και οχι µε εκείνο πού είναι του Θεού και της χάριτός του· και έπειτα, πίστευε τον εαυτό σου τέτοιο, ο,τι είδους τον βρίσκεις πως είναι µε την δική σου δύναµι, για παράδειγµα· αν σκεφθής τον χρόνο, που ήταν πριν να δηµιουργηθείς εσύ, θα δης ότι σε όλη εκείνη  την  άβυσσο  της  αιωνιότητας  ήσουν ένα  καθαρό  µηδέν, ούτε µπορούσες να κάνεις τίποτα, για να λάβης την ύπαρξι· πάλι στον καιρό που έχεις την ύπαρξι, για µόνο την αγαθότητα του Θεού, αφίνοντας σε αυτόν το δικό του (το οποίο είναι ή διαρκής πρόνοια, µε την οποία κάθε ώρα σε φυλάει), τί άλλο είσαι, παρά ένα µηδέν; Γιατί δεν µένει καµµία αµφιβολία, ότι στο πρώτο σου µηδέν (από το οποίο σε τράβηξε µε το παντοδύναµό   του   χέρι   ο    Θεός),   θα    µπορούσες   να    γυρίσεις αυτοστιγµεί, αν αυτός σε αφήση γιά µία µόνη στιγµή.

 

Είναι λοιπόν φανερό, οτι µένοντας σε αυτή τη φυσική ύπαρξι, µε την δική σου δύναµι, δεν µπορείς ποτέ να υπολογίσης τον εαυτό για κάτι ή να θέλης να σε υπολογίζουν οι άλλοι.  Επειτα, αν σταθής καλά στο «ευ είναι» της χάριτος, πρέπει να σκεφθής καλά πως αν η δική σου φύσις γυµνωθή από την θεία βοήθεια και την χάρι, ποιό καλό και αξιόµισθο µπορεί ποτέ να κάνη αυτή µόνη της;  Βέβαια, τίποτα.  Ώστε µπορείς και συ να λές µε τόν Πάυλο «δεν εκοπίασα εγώ αλλά η χάρις του Θεού που είναι µαζί µου» (Α΄ Κορ. 15,10). 

 

Επειτα,  σκεπτόµενος από  την  άλλη  πλευρά  τα  πολλά  σου περασµένα λάθη, και επιπλέον σε αυτά τα άλλα  πάρα πολλά κακά που θα έκανες, αν ο Θεός δεν σε εµπόδιζε µε το σπλαγχνικό του χέρι, θα βρης  ότις  οι  παρανοµίες σου  µε τον  πολαπλασιασµό, όχι  µόνο των ηµερών και των χρόνων, στους οποίους έγιναν, άλλα ακόµη και των κακών σου πράξεων και των συνηθειών και παθών σου (γιατί η µία κακία καλεί και παρασύρει στον εαυτό της την άλλη), οι παρανοµίες σου, λέω, µπορούν να φθάσουν σε ένα αριθµό σχεδόν αµέτρητο και συ θα γινόσουν ένας άλλος καταχθόνιος εωσφόρος.

 

Οπότε, αν δεν θέλης να είσαι άρπαγας και κλέφτης της αγαθότητας και της δόξας του Θεού· επειδή όλα τα άλλα τα εδωσε ο Θεός και στα κτίσµατά του,  την δόξα  όµως την κράτησε αυτός, για να δοξάζεται µόνος ως ∆ηµιουργός όλων, γι αυτό λέει, «την δόξα µου δεν θα την δώσω σε άλλον» (Ησ. 42,8), αλλά θά µένης πάντα µε τον Κύριο σου και  να  δοξάζης  αυτόν  µόνο, όπως  είναι  δίκαιο,  σε  κάθε  σου  πράξι αγαθή,  ως  αρχή  και  µέση και  τέλος  όλων  των  αγαθών,  πρέπει  να πιστεύης ότι εσύ είσαι ο κατώτερος και ο χειρότερος όλων των ανθρώπων70.

 

Και γνώριζε καλά, ότι αυτή η κρίσις που κάνεις για τον εαυτό σου, δεν έχει καθόλου υπερβολή, για να έχης αφορµή και από αυτό να υπερηφανεύεσαι·  αλλά  είναι  δίκαια  και  αληθινή,  και  στη  συνέχεια, αιτία ταπεινώσεως, το πως είσαι δηλαδή από όλους τους άλλους χειρότερος. Εάν όµως και σύ νοµίζεις πως γνωρίζοντας την  πονηριά σου, ξεπερνάς κατά αυτό κάποιον άλλο, που φαντάζεται κάποιος κάτι για  τον  εαυτό  του·  γνώριζε  οτι  υστερείσαι και  σύ  πολύ  και  γίνεσαι χειρότερος από αυτόν, αν και θέλης να σε υπολογίζουν οι άνθρωποι και να νοµίζεσαι από αυτούς ως  τέτοιος (ως  άνθρωπος που  µπορούν να υπολογίζουν), ο όποιος γνωρίζεις ότι δεν είσαι στην πραγµατικότητα.

 

Λοιπόν,   αν   θέλης   η    γνώσις   της   πονηριάς   σου   και   της µηδαµηνότητάς σου να κρατά µακριά τους εχθρούς σου και να σε κάνη αγαπητό στο Θεό, είναι ανάγκη, όχι µόνο να περιφρονής τον εαυτό σου ως ανάξιο, και στη συνέχεια άξιο όλων των κακών, αλλά και να θέλεις να είσαι καταφρονηµένος και από τους άλλους, αποστρεφόµενος τις  τιµές, χαιρόµενος στις κατηγορίες και κάνοντας όλα εκείνα, που οι άλλοι που έχουν κοσµικό φρόνιµα περιφρονούν.  Αυτών τη γνώµη και τα λόγια µη δεχθής  καθόλου71,  ούτε  να  εγκαταλείψης  αυτή  την  αγία  πράξι  της περιφρονήσεως του εαυτού σου, για να γίνεται αυτό από σένα, γι’ αυτόν και µόνο τον σκοπό της ταπεινώσεώς σου και όχι για να αρέσης στους ανθρώπους και να σε έχουν σε υπόληψι.

 

Εάν  δε  και  τύχει  καµιά  φορά,  να  σε  αγαπούν  πολύ  και  να  σε επαινούν άλλοι για κάποιο καλό που σου έδωσε ο Θεός, στάσου καλά µαζεµένος µέσα στον εαυτό σου και µη µετακινηθής καθόλου από την αληθινή γνώσι της  µηδαµηνότητά σου, που  λέχθηκε παραπάνω, αλλά στρέψου πρώτα στον Θεό, λέγοντας προς αυτόν µε όλη σου την καρδιά·  «Ας µη γίνει ποτέ, Κύριε µου, να γίνω κλέφτης της δικής σου τιµής και χάριτος·  σε σένα πρέπει αίνος, τιµή και δόξα·  σε µένα ντροπή».  «Σε σένα, Κύριε, η δικαιοσύνη και σε µένα η ντροπή του προσώπου σου» (∆αν.  9,7)· «όχι σε  µας Κύριε, όχι σε  µας, αλλά δόξασε το όνοµά σου» (Ψαλµ. 113,9). «Η δόξα δική σου και εγώ δικός σου δούλος»  (Έσδρ. 4,29).

 

Μετά απο αυτά γύρισε προς αυτόν που σε επαινεί, µιλώντας έτσι µέσα σου µε τον λογισµό σου· απο που αυτός µε έχει για καλόν, αφού δεν είναι άλλος καλός και αγαθός παρά µόνος ο Θεός µου; «ουδείς αγαθός, ειµί εις ο Θεός» (Ματθ. 19,17).  Γιατί, κάνοντας έτσι και αποδίδοντας στο Θεό το δικό του, θα κρατήσης µακριά τους εχθρούς και θα γίνης άξιος να δεχθής µεγαλύτερα χαρίσµατα και ευεργεσίες από τον Θεό. Αλλά και όταν η ενθύµησις των καλών έργων και αρετών που κάνεις σε παρακινούν στην υπερηφάνεια, αµέσως σκέψου, πως τα έργα αυτά είναι του Θεού και όχι δικά σου72  και σαν να µιλάς µε αυτά, πές:  «Εγώ δεν  γνωρίζω πως  φανερωθήκατε και  ήρθατε στο  νου µου! Γιατί, εγώ δεν είµαι η αρχή σας, αλλά ο άγαθός Θεός και η χάρις του· εκείνος σας δηµιούργησε, σας έθρεψε και σας διαφύλαξε, λοιπόν αυτόν µόνον θέλω να γνωρίζω για αληθινό και αρχικό πατέρα και αίτιο, αυτόν να ευχαριστώ και σε αυτόν να αποδίδω κάθε έπαινο».

 

Επειτα, σκέψου, πως όλα τα έργα που έκανες, δεν έφτασαν την αναλογία και τη συµµετρία στο φως και στη χάρη που σου παραδόθηκε, για να γνωρίση και να τα κάνης, αλλά πως είναι πολύ ατελή και πολύ µακριά απο εκείνο το καθαρό σκοπό και την πρέπουσα επιµέλεια, µε την οποία έπρεπε να τα κάνης.  Οπότε, αν σκεφθής καλά, περισσότερο πρέπει  να  ντρέπεσαι  από  τις  αρετές  σου, παρά να  σου αρέσουν αυτές µάταια και να υπερηφανέυεσαι για αυτές.  Γιατί είναι αληθινό,  ότι  οι  φυσικές  αρετές  του  Θεού, τίς οποίες πρέπει να µιµούµαστε, αυτές  απο  µόνες  τους  είναι  καθαρές  και  πολύ  τέλειες, µολύνονται κατά  κάποιο  τρόπο  και  µειώνονται από  τις  ατέλειες  και ελλείψεις της δικής µας µιµήσεως73.

 

Ακόµη, σύγκρινε τα έργα σου µε εκείνα των αγίων και αληθινών φίλων και δούλων του Θεού και θά γνωρίσης, οτι τα µεγαλύτερα και καλύτερα έργα τα δικά σου, είναι πολύ τιποτένια και πολύ µικρής ή καθόλου τιµής, αν τα συγκρίνης πάλι µε εκείνα τα έργα του Κυρίου µας Ιησού Χριστού, που έκανε για σένα στα Μυστήρια της ζωής και του Σταυρού του (τα οποία να υπολογίσης όχι σαν έργα Θεού, αλλά καθ’   εαυτά   µόνον   ως   έργα   ανθρώπου)  και αν σκεφθής την καθαρότητα της αγάπης του, την αναµαρτησία, µε την οποία τα έκανε, θα γνωρίσης οτι όλα σου τα έργα και οι αρετές, είναι σχεδόν αµαρτίες και  ακαθαρσίες.  Γιατί  γράφτηκε·  «όλη  η  δικαιοσύνη µας είναι σαν βρώµικο ρούχο» (Ησ. 64,6)· η πολύ περισσότερο, χειρότερες από το τίποτα.

 

Τελευταία, αν εξυψώσης τον νου σου στη θεότητα και στην άπειρη µεγαλειότητα του Θεού σου, «έµπροσθεν του οποίου, ουδέ ο ουρανός είναι καθαρός», όπως γράφτηκε (Ιώβ 15,15), και στην υπηρεσία και λατρεία που του πρέπει, θα  δης  καθαρά, ότι όχι  υπερηφάνεια και υψηλοφροσύνη, αλλά µεγάλος τρόµος και φόβος πρέπει να σου δηµιουργηθή σε κάθε σου έργο, όσο και αν είναι άγιο, οσο και αν είναι πολύ τέλειο και οτι µόνο χρεωστάς να πης µε όλη σου την καρδιά στο Θεό, εκείνη την ταπεινή φωνή του Τελώνου· «ο Θεός ιλάσθητί µοι τω αµαρτωλώ» (Λουκ. 18,13).

 

Ακόµη σου παραγγέλνω να µην είσαι εύκολος στο να φανερώνης τα χαρίσµατα, που  σου  κάνει  ο  Θεός.  Γιατί,  αυτό  σχεδόν  πάντα,  δεν αρέσει στο Θεό, καθώς ο ίδιος µας δίδαξε µε την παρακάτω ιστορία.

 

Φανερώθηκε µιά φορά ο Ιησούς Χριστός σαν είδος βρέφους, σε ένα ευλαβή και ενάρετο, και εκείνος γνωρίζοντας πως ήταν ο Κύριος, τον παρεκάλεσε µε απλότητα να του πη τον αγγελικό ασπασµό, καθώς συνηθίζεται  να  λέγεται  από  όλους,  δηλαδή  το,  Θεοτόκε  Παρθένε· άρχισε  το  πανάγιο εκείνο βρέφος να λέγη µε προθυµία·   «Χαίρε, Κεχαριτωµένη Μαρία, ο Κύριος µετά σου·  ευλογηµένη συ εν γυναιξί».  Και εδώ στάθηκε, και δεν θέλησε µε τα υπόλοιπα λόγια να επαινέση τον εαυτό του και να πη: «Και ευλογηµένος ο καρπός της κοιλίας σου».

 

Επειδή όµως εκείνος τον παρακαλούσε να πη και τον παρακατω στίχο και  τα  υπόλοιπα,  αυτό  εξαφανίσθηκε, αφίνοντας τον δούλο του σε  µεγάλη χαρά. Και µε το δικό του παράδειγµα, φανέρωσε σε αυτόν αυτή την  ουράνια διδασκαλία, δηλαδή, το  να  µην επαινή ποτέ  κανείς  τον εαυτό του και τίς χάρες που έχει. Λοιπόν, µάθε και συ να ταπεινώνεσαι και να µην επαινήσαι µόνος σου, γνωρίζοντας τον εαυτό σου και όλα τα έργα σου, πως είναι ένα τίποτα. «Ας σε εγκωµιάζη ο γείτονας, και όχι  το δικό σου στόµα, ξένος και όχι τα δικά σου χείλη» (Παροιµ. 27, 2).

 

Αυτό είναι το θεµέλιο όλων των αρετών·74  ο Θεός µας δηµιούργησε από  το  µηδέν  και  τώρα  που  είµαστε  όντα  εξ  αιτίας  του,  θέλει  να θεµελιώση όλη την πνευµατική οικοδοµή πάνω σε αυτή µας τη γνώσι, οτι  δηλαδή, από  µόνοι µας είµαστε ένα µηδέν· και οσο περισσότερο εµβαθύνουµε σε αυτήν, τόσο περισσότερο θα µεγαλώση η οικοδοµή· και όσο  περισσότερο  χώµα  βγάζουµε  από  αυτό  το  βάθος,  δηλαδή,  όσο, περισσότερο γνωρίζουµε τα ελαττώµατά και τίς αθλιότητές µας, τόσο και ο θεϊκός αρχιτέκτονας θά βάλη πλέον στερεές πέτρες, για να αυξήση την πνευµατική αυτή οικοδοµή. Και µη νοµίζης, παιδί µου, ότι µπορείς να εµβαθύνης κάποτε σε αυτή την γνώσι, όσο  φτάνει. Γιατί αυτό  είναι αδύνατο· µάλιστα, κάνε στον εαυτό σου αυτό τον λογαριασµό, οτι αν και ήταν δυνατόν να παραδοθή σε κανένα δηµιούργηµα τέτοιο πράγµα, δεν θα µπορούσε να βρεθή άλλο πιό βαθύ βάθος να ερευνήση, παρά η δική σου µηδαµηνότητα.

 

Από  αυτή  την  γνώσι  καλά  βαλµένη  στη  πράξι,  µπορούµε  νά έχουµε κάθε καλό· και χωρίς αυτήν είµαστε σχεδόν τίποτα, ακόµη και αν  θέλαµε  να  κάνουµε  τα  έργα  όλων  των  αγίων  και  να  είµαστε απασχοληµένοι πάντα µε τόν Θεό· ω µακάρια γνώσι, που µας κάνεις ευτυχισµένους στη γή και δοξασµένους στον ουρανό! ω φως που βγαίνεις από το σκοτάδι και κάνεις λαµπρές και καθαρές τις ψυχές! ω χαρά που δεν αναγνωρίζεσαι πως  λάµπεις ανάµεσα στίς ακαθασίες µας!  ω µηδέν, το οποίο σάν γνωρισθής, µας κάνεις κυρίους του σύµπαντος!  ∆εν µπορώ να χορτάσω ποτέ, µιλώντας σου σχετικά µε αυτό,  αγαπητέ.  Αν  θέλης  να  επαινέσης  τον  Θεό,  κατηγόρησε τον εαυτό σου και να επιθυµής να κατηγορήσαι από τούς άλλους· ταπεινώσου σε όλους και κάτω από όλους, αν θέλης να υψώσης τον Θεό και τον εαυτό σου σ’ αυτόν.  Αν επιθυµής να τον βρης, µην υψώνεσαι, γιατί αυτός φεύγει· ταπεινώνου και ταπεινώσου όσο µπορείς· και αυτός θά έλθη να σε βρη και να σε αγκαλιάση·  και τόσο θέλει να σε  δεχθή  και  ενωθή  σφικτά  µαζί  σου  µε  αγάπη,  και  τόσο  πλέον αγαπητά, όσο περισσότερο εσύ ταπεινώνεσαι στα µάτια του και όσο θέλεις να ταπεινώνεσαι και από τους άλλους και όλοι να σε αποστρέφωνται, σαν ένα πράγµα συγχαµερό.

 

Λοιπόν, για την τόση χάρι, που σου κάνει, αδελφέ, ο Θεός, ο τόσο λυπηµένος από τίς αµαρτίες σου, για να σε ενώση µε τον εαυτό του, κάνε και συ αυτό, το να νοµίζης δηλαδή τον εαυτό σου ανάξιο και χειρότερο από όλους και µη παραλείπης συνεχώς, να ευχαριστής και να  είσαι  χρεώστης  εκείνων,  που  γίνονται  αφορµή να  ταπεινώνεσαι· δηλαδή σε εκείνους που σε περιφρόνησαν ή και σε περιφρονούν συνέχεια.  Και αν άθελά σου και µε κακή όρεξι της καρδιάς σου, υποφέρεις τίς περιφρονήσεις τους, όµως αγωνίσου όσο µπορείς, να µη δείχνης κανένα εξωτερικό σηµάδι ότι σου κακοφαίνονται.

 

Και άν µε όλες αυτές τίς σκέψεις και λογαριασµούς, που είναι πολύ αληθινές, η πανουργία του διαβόλου και η αγνωσία και κακή κλίσι η δική µας, θα µπορούσα να ήθελαν υπερισχύση σε µάς, σε τρόπο που οι λογισµοί της υψηλοφροσύνης να µη λείπουν από το να µας ενοχλούν και  να  πληγώνουν  την  καρδιά  µας,  ακόµη  και  τότε  είναι  καιρός κατάλληλος, τόσο περισσότερο να ταπεινωνώµαστε και να περιφρονούµε και να µισούµε τον εαυτό µας, όσο από την δοκιµή βλέποµε, πως πολεµούµε, ναί, και αγωνιζόµαστε µε όλες µας τίς δυνάµεις, για να λυτρωθούµε από αυτό· δεν µπορούµε όµως να ελευθερωθούµε από την τυραννία του, επειδή και πάσχουµε από τίς ενοχλήσεις της υπερηφάνειας, η οποία έχει την ρίζα και αρχή στην µάταιη και καταραµένη υπόληψι του εαυτού µας και έτσι θά βγάλη από το πικρό φαρµάκι µέλι, υγεία από τίς πληγές και ταπείνωσι από την ίδια την υπερηφάνεια.

 

**********************************************************

70 Πόσο πολύ ωφέλιµο πράγµα είναι το να έχη κανείς τον εαυτό του χειρότερο  και κατώτερο από όλους  τους  ανθρώπους,  το  µαρτυρούν  οί  αγιοι·  ο  θείος  Χρυσόστοµος  λέγει·  «∆εν  υπάρχει στονΘεό τίποτε τόσο αγαπητό, όσο το να θεωρή κάποιος τον εαυτό του ως τον χάν πράγµατι θέλης να σωθής, άκουσε τι να κάνης έµπρακτα·  σήκωσε τα απόδια σου από την γη και ύψωσε το νου σου στον Θεό. Και η µελέτη σου ας είναι εκεί µέρα και νύκτα· και µε όση δύναµι έχεις καταφρόνησε τον εαυτό σου· πιστεύοντας ότι βλέπεις τον εαυτό σου κάτω από όλους τους ανθρώπους·  αυτή  είναι  η αληθινή οδός·  εκτός  από  αυτήν  δεν  υπάρχει  άλλη για εκείνον  που θέλει να σωθή µε την δύναµι του Χριστού· ας τρέχη εκείνος που θέλει για να προλάβη· τον εξορκίζω  στο  όνοµα  του  ζωντανού  Θεού  που  θέλει  να  χαρίση  την  αιώνια  ζωή  σε  όποιον επιθυµεί». Ο  θείος  Γρηγόριος  ο  Σιναΐτης,  προσθέτει,  ότι  πρέπει  να  έχουµε τον  εαυτό  µας χειρότερο  και  από  όλα  τα  κτίσµατα και  ελεεινότερο  από  τους  ιδίους  δαίµονες, διότι  λέγει.  «Υπάρχουν δύο είδη ταπεινώσεως, όπως λέγουν οι Πατέρες. Τα ένα είναι να θεωρή κανείς τον εαυτό του κάτω από όλους και να αναφέρη τα κατορθώµατά του στον Θεό·  το πρώτο είναι η αρχή,  το  δεύτερο  το  τέλος».  Και  αυτή  η  ταπείνωσις  πετυχαίνεται  από  αυτούς  που  την επιζητούν όταν εν γνώσει τους σκέπτωνται αυτά τα τρία για τόν ευτό τους· ότι είναι οι πιο αµαρτωλοί από όλους· και το ότι είναι οι πιο αισχροί από όλα τα κτίσµατα, επειδή βρίσκονται στην παρά φύσι κατάστασι·  και ότι είναι πιο ελεινοί και από τους δαίµονες, επειδή υπηρετούν τους δαίµονες».  (Φιλοκαλία, κεφ. ριε').

 

71  Σύµφωνα µε την διδασκαλία αυτή, λέγει και ο µέγας εκείνος έγκλειστος και προφητικώτατος Βαρσανούφιος τα εξής: «Το να είσαι αµέριµνος από κάθε πράγµα σε κάνει να πλησιάσης στην πόλι, και το να µη σε υπολογίζουν οι άνθρωποι, σε κάνει να κατοικήσης στην πόλι·  και το να πεθάνης για κάθε ἀνθρωπο, σε κάνει να κληρονοµήσης την πόλι και τους θησαυρούς της. Αν θέλης να σωθής, κράτα το αψήφιστο, δηλαδή το να µη σε υπολογίζουν οι άνθρωποι, και τρέχε προς τον σκοπό σου».  Το αψήφιστο, κατά τον όσιο Ιωάννη, τον µαθητή του Βαρσανούφιου, είναι το να µην εξισώσης τον εαυτό σου µε άλλον και να τον συγκρίνης µε κάποιον άλλον.  Ούτε να πης και για κανένα καλό έργο ότι κι εγώ αυτό το έκανα. (Πόλι εδώ ο άγιος ενοεί ή την καρδιά, ή την απάθεια η την θεϊκή γνώσι).

 

72  Και ακολούθως συλλογίσου αυτόν τον αληθέστατο και βεβαιώτατο στοχασµό, δηλαδή όσες περισσότερες αρετές κατορθώσης και όσα  περισσότερα χαρίσµατα λάβεις, τόσο περισσότερο ευεργετείσαι από τον Θεό· και όσο περισσότερο ευεργετείσαι, τόσο και περιοσσότερο χρέος έχεις προς τον Θεό και τόσο περισσότερο υπόχρεως γίνεσαι· έτσι από τον στοχασµό αυτόν όχι µόνο δεν θα υπερηφανευθής για τις αρετές και τα χαρίσµατά σου, αλλά θα αγωνισθής και να κατεβής στο βάθος της ταπεινώσεως µη έχοντας κάτι το αντάξιο για να ευχαριστήσης τον Θεό για τα θεϊκα του χαρίσµατα.

 

73 Χωριστά από αυτό όλες οι αρετές, µε το να είναι φυσικές ενέργειες του Θεού και δωρεές και χάριτες του αγίου Πνεύµατος, ακολούθως είναι άναρχες και ατέλειωτες κατά τον άγιο Μάξιµο, άπειρες δε κατά το µέγεθος και αναρίθµητες κατά το πλήθος, ως λέγει ο µέγας Βχσίλειος.  Πως λοιπόν µπορεί κάποιος να υψηλοφρονήση, ότι απέκτησε αρετές, αφού µάθη πως και οι αρετές, ούτε αρχή έχουν, ούτε τέλος, ούτε αριθµό; και πως µάλιστα δεν θα κατεβή στο βάθος της ταπεινώσεως, συλλογιζόµενος πως όσες αρετές κι αν κατώρθωσε, πάλι ούτε στην αρχή ακόµη των αρετών δεν έφθασε; αλλά δέχθηκε από αυτές τόσο µόνο, όσο είναι   µία σταλαγµατιά από άπειρο πέλαγος·  ή πως δεν θα παρακινηθή και αυτός πάντοτε να λέγη εκείνη την ευχή του µεγάλου Αρσενίου, που λέγει·  «Ο Θεός µου, µη µε εγκαταλείψης·  δέν έκανα  κανένα αγαθό  ενώπιόν  σου,  αλλά εξ αιτίας  της ευσπλαγχνίας σου, βοήθησέ µε να κάνω αρχή».

 
74  Γι’ αυτό και ο Κύριος θέλοντας να οικοδοµήση την θαυµαστή οικοδοµή των µακαρισµων, πρώτο θεµέλιο αυτών έβαλε την πτωχεία του πνεύµατος, δηλαδή την ταπείνωσι, λέγοντας·«Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύµατι, ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5,3)

Disqus

Days Remaining:
Hours Remaining:
Minutes Remaining:
Seconds Remaining:
Blogger Wordpress Gadgets
y
e
n
o
m
4
k
c
i
l
C
-
g
o
l
B
o
m
e
D