Πρωτότοκος είναι αυτός που γεννήθηκε πρώτος, είτε μονογενής είτε πριν από τους άλλους αδελφούς. Αν βέβαια λεγόταν ο Υιός του Θεού πρωτότοκος και δεν λεγόταν μονογενής, θα υπονοούσαμε ότι αυτός είναι πρωτότοκος από τα δημιουργήματα, επειδή τάχα είναι δημιούργημα. Επειδή όμως λέγεται και πρωτότοκος και μονογενής, πρέπει να διατηρήσουμε σ’ αυτόν και τα δύο.
Τον ονομάζουμε «πρωτότοκο όλης της δημιουργίας», επειδή και ο ίδιος προήλθε από το Θεό και η κτίση έγινε από το Θεό· αυτός βέβαια, επειδή έχει γεννηθεί προαιωνίως μόνος από την ουσία του Θεού και Πατέρα, δικαιολογημένα θα ονομασθεί μονογενής Υιός και πρωτότοκος, όχι όμως πρωτοδημιούργητος. Διότι η κτίση δεν προήλθε από την ουσία του Πατέρα αλλά με το θέλημά του οδηγήθηκε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη.
Είναι «πρωτότοκος ανάμεσα σε πολλούς αδελφούς», διότι ήταν μονογενής και από μητέρα και επειδή έγινε μέτοχος του αίματος και σάρκας με παρόμοιο τρόπο με μας και έγινε άνθρωπος. Μέσω αυτού γίναμε κι εμείς υιοί του Θεού, αφού υιοθετηθήκαμε με το βάπτισμα· ο ίδιος ο κατά φύσιν Υιός του Θεού έγινε πρωτότοκος μεταξύ μας, οι οποίοι από θέση και κατά χάρη υιοί του Θεού γίναμε και ονομασθήκαμε αδελφοί του.
Γι’ αυτό έλεγε: «Ανεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας». Δεν είπε, «Πατέρα μας», αλλά «πατέρα μου», δείχνοντας τη φυσική σχέση· και είπε «Πατέρα σας» και «Θεό μου και Θεό σας» δείχνοντας τη χάρη. Δεν είπε «Θεό μας» αλλά «Θεό μου» –για να ξεχωρίσεις με λεπτές ιδέες το φαινόμενο από το νοούμενο– και «Θεό σας», ως δημιουργό και Κύριο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 81. Πῶς πρωτότοκος λέγεται ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Πρωτότοκός ἐστιν ὁ πρῶτος γεννηθεὶς, εἴτε μονογενής, εἴτε καὶ πρὸ ἄλλων ἀδελφῶν. Εἰ μὲν οὖν ἐλέγετο ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ πρωτότοκος, μονογενὴς δὲ οὐκ ἐλέγετο, ὑπενοήσαμεν ἂν κτισμάτων αὐτὸν εἶναι πρωτότοκον ὡς κτίσμα ὑπάρχοντα. Ἐπειδὴ δὲ καὶ πρωτότοκος καὶ μονογενὴς λέγεται, δεῖ δὲ καὶ ἀμφότερα τηρῆσαι ἐπ᾿ αὐτοῦ.
«Πρωτότοκον» μὲν αὐτόν φαμεν «πάσης κτίσεως», ἐπειδὴ καὶ αὐτὸς ἐκ τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κτίσις ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾿ αὐτὸς μὲν ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς μόνος ἀχρόνως γεγεννημένος εἰκότως Υἱὸς μονογενὴς πρωτότοκος καὶ οὐ πρωτόκτιστος λεχθήσεται· ἡ γὰρ κτίσις οὐκ ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός, ἀλλὰ θελήματι αὐτοῦ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παρήχθη. «Πρωτότοκος δὲ ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς»· μονογενὴς γὰρ ὢν καὶ ἐκ μητρὸς, ἐπειδήπερ μετέσχηκεν αἵματος καὶ σαρκὸς παραπλησίως ἡμῖν καὶ ἄνθρωπος γέγονε.
Γεγόναμεν δὲ καὶ ἡμεῖς δι᾿ αὐτοῦ υἱοὶ Θεοῦ υἱοθετηθέντες διὰ τοῦ βαπτίσματος· αὐτὸς ὁ φύσει Υἱὸς τοῦ Θεοῦ πρωτότοκος ἐν ἡμῖν τοῖς θέσει καὶ χάριτι υἱοῖς Θεοῦ γενομένοις καὶ ἀδελφοῖς αὐτοῦ χρηματίσασι γέγονεν. Ὅθεν ἔλεγεν· «Ἀναβαίνω πρὸς τὸν Πατέρα μου καὶ Πατέρα ὑμῶν.» Οὐκ εἶπε· «Πατέρα ἡμῶν», ἀλλὰ «πατέρα μου», φύσει δῆλον, καὶ «Πατέρα ὑμῶν» χάριτι, καὶ «Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν».
Καὶ οὐκ εἶπε «Θεὸν ἡμῶν», ἀλλὰ «Θεόν μου», –ἂν διέλῃς λεπταῖς ταῖς ἐπινοίαις τὸ ὁρώμενον ἐκ τοῦ νοουμένου–, καὶ «Θεὸν ὑμῶν» ὡς δημιουργὸν καὶ Κύριον. Πρὸς τοὺς ἐρωτῶντας, εἰ ὑπὸ τὸ συνεχὲς ποσὸν ἀνάγονται ἢ ὑπὸ τὸ διωρισμένον αἱ δύο φύσεις1 (;;;) Αἱ τοῦ κυρίου φύσεις οὔτε ἓν σῶμά Αἱ τοῦ κυρίου φύσεις οὔτε ἓν σῶμά εἰσιν, οὔτε ἐπιφάνεια οὔτε γραμμή, οὐ τόπος, οὐ χρόνος, ἵνα ὑπὸ τὸ συνεχὲς ποσὸν ἀναχθῶσι· ταῦτα γάρ εἰσι τὰ συνεχῶς ἀριθμούμενα.
Ἥνωνται δὲ αἱ τοῦ κυρίου φύσεις ἀσυγχύτως καθ᾿ ὑπόστασιν καὶ διῄρηνται ἀδιαιρέτως λόγῳ καὶ τρόπῳ τῆς διαφορᾶς. Καὶ ᾧ μὲν τρόπῳ ἥνωνται, οὐκ ἀριθμοῦνται οὐ γὰρ λέγομεν δύο ὑποστάσεις εἶναι τὰς φύσεις τοῦ Χριστοῦ ἢ δύο κατὰ τὴν ὑπόστασιν, ᾧ δὲ τρόπῳ ἀδιαιρέτως διῄρηνται, ἀριθμοῦνται δύο γάρ εἰσι φύσεις λόγῳ καὶ τρόπῳ τῆς διαφορᾶς· ἡνωμέναι γὰρ καθ᾿ ὑπόστασιν καὶ ἐν ἀλλήλαις περιχωροῦσαι ἀσυγχύτως ἥνωνται τὴν εἰς ἀλλήλας μεταβολὴν οὐ δεξάμεναι, τὴν οἰκείαν ἑκάστῃ φυσικὴν διαφορὰν καὶ μετὰ τὴν ἕνωσιν διασῴζουσα· τὸ γὰρ κτιστὸν μεμένηκε κτιστόν, καὶ τὸ ἄκτιστον ἄκτιστον. Τ
ῷ τρόπῳ τοίνυν τῆς διαφορᾶς καὶ μόνῳ ἀριθμούμεναι ὑπὸ τὸ διωρισμένον ποσὸν ἀναχθήσονται. Ἀδύνατον γὰρ τὰ κατὰ μηδὲν διαφέροντα ἀριθμεῖσθαι· καθὸ δὲ διαφέρουσι, κατὰ τοῦτο καὶ ἀριθμοῦνται, οἷον ὁ Πέτρος καὶ ὁ Παῦλος, καθὸ μὲν ἥνωνται, οὐκ ἀριθμοῦνται τῷ λόγῳ γὰρ τῆς οὐσίας ἑνούμενοι δύο φύσεις οὐδὲ εἰσὶν οὐδὲ λέγονται, καθ᾿ ὑπόστασιν δὲ διαφέροντες δύο ὑποστάσεις λέγονται. Ὥστε ἡ διαφορὰ αἰτία τοῦ ἀριθμοῦ.ῄ (;;;)