«ΣΤΩΜΕΝ ΚΑΛΩΣ»
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΟΜΑΔΟΣ
ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΑΤΡΩΝ
Ἡ ζωή τοῦ ἁγίου Μάρκου πρίν τη Σύνοδο
Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός γεννήθηκε τό 1391 σέ μιά δύσκολη ἐποχή γιά τό Βυζάντιο. Ἀπό τή μία οἱ Ὀθωμανοί Τοῦρκοι καταλάμβαναν συνεχῶς τίς περιοχές γύρω
ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη καί ἀπό τήν ἄλλη οἱ Φράγκοι ζητοῦσαν εὐκαιρία γιά νά τήν ὑποτάξουν. Ἦταν γόνος ὀνομαστῆς οἰκογένειας τῆς Πόλης. Ἀπό μικρός ἔλαβε λαμπρή μόρφωση ἔχοντας μέχρι τά 13 του ὡς δάσκαλο τόν πατέρα του ὁ ὁποῖος διατηροῦσε ἰδιωτική Σχολή.
Στό 13ο ἔτος τῆς ἡλικίας του, ὁ πατέρας του τον ἐγκαταλείπει γιά τήν αἰωνιότητα καί πλέον σπουδάζει κοντά σέ ὀνομαστούς δασκάλους τῆς ἐποχῆς ὅπως ἦταν ὁ Μητροπολίτης Σηλυβρίας Ἰγνάτιος ὁ Χορτασμένος καί ὁ Γεώργιος Γεμιστός ἤ Πλήθων. Αὐτή τήν ἐποχή συνδέθηκε καί μέ ἀνθρώπους ὅπως ὁ μετέπειτα ἐπίσκοπος Νικαίας Βησσαρίων.
Ὡριμάζοντας, ἀπέκτησε τόση φήμη γιά τή δεινότητα τῶν λόγων του ὥστε διορίστηκε προϊστάμενος τοῦ Πατριαρχικοῦ Φροντιστηρίου. Μαθητές του ὑπῆρξαν μεγάλες
προσωπικότητες τῆς ἐποχῆς ὅπως ὁ ἀδερφός του Ἰωάννης ὁ Εὐγενικός καί ὁ Γεώργιος Σχολάριος, ὁ μετέπειτα Γεννάδιος Σχολάριος ὁ πρῶτος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως μετά τήν Ἅλωση.
Ὅμως, σέ ἡλικία 26 ἐτῶν, ἀποφασίζει νά ἐγκαταλείψει τά ἀξιώματά του καί τόν ἐγκόσμιο βίο ἀφοῦ προηγουμένως διένειμε στούς πτωχούς ὅλα του τά ὑπάρχοντα. Ἐκάρη μοναχός στήν Ἀντιγόνη, ἕνα μικρό νησάκι τῶν Πριγκιποννήσων. Οἱ συχνές ἐπιδρομές τῶν Τούρκων τόν ἀναγκάζουν να καταφύγει στή Μονή τοῦ ἁγίου Γεωργίου τῶν Μαγγάνων στήν Κωνσταντινούπολη.
Ἐκεῖ ἐπιδίδεται σέ ἀσκητικούς ἀγῶνες καί στή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀφοσίωσή του στήν ἄσκηση καί στή μελέτη ἦταν τόση ὥστε δέν ἤθελε νά δεχθεῖ οὔτε τούς συγγενεῖς του οὔτε τούς φίλους, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ μαθητής του Μανουήλ ὁ Ρήτωρ: «μηδέ εἰς ὄψιν ἐλθεῖν ἀνεχόμενος».
Ἀκόμα καί σάν μοναχός ἦταν ξακουστός λόγω καί τῆς ἱκανότητάς του νά συζητεῖ μέ εὐχέρεια τόσο θεολογικά ὅσο καί φιλοσοφικά θέματα. Δύο Βυζαντινοί Αὐτοκράτορες, ὁ Μανουήλ ὁ Β’ καί ὁ Ἰωάννης ὁ Η’ ὁ Παλαιολόγος, τόν εἶχαν ὡς φίλο καί καθοδηγητή καί ζητοῦσαν τή γνώμη του σέ ἀρκετά ζητήματα. Ἐπίσης, στή Μονή τῶν Μαγγάνων θά συγγράψει πολλά ἀπό τά ἔργα του: ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς, παρακλητικούς κανόνες καί ἄλλα. Ἀρκετά ἔργα θά γράψει καί μετά τή Σύνοδο τῆς Φερράρας – Φλωρεντίας τά περισσότερα ἀπό τά ὁποῖα ἤ τά ἔκαψαν ἤ τά νόθευσαν ἀντίπαλοί του Λατῖνοι καί Λατινόφρονες.
Ἡ προετοιμασία γιά τή Σύνοδο
Μπροστά στήν ἀπειλή τῶν Ὀθωμανῶν, ὁ Ἰωάννης ὁ Η’, στρέφεται στή Δύση. Σκοπός του δέν ἦταν ἄλλος παρά νά ἐξασφαλίσει τή βοήθεια τοῦ Πάπα Εὐγένιου τοῦ Δ’ μέσω τῆς Ἕνωσης τῶν Ἐκκλησιῶν ἄν καί ὁ πατέρας του, ὁ αὐτοκράτορας Μανουήλ Β’ τόν εἶχε προειδοποιήσει: «Φεῦγε πᾶσαν ἀπόπειραν ἑνώσεως πρός τόν Πάπαν».
Παρόμοιες προει δο ποιήσεις εἶχε λάβει καί ἀπό τόν Γεώργιο Γεμιστό ὁ ὁποῖος τόν πληροφόρησε ὅτι μία τέτοια Σύνοδος θά ἀπέβαινε «εἰς κατά κρισιν». Ἀρνητικός ἦταν ἀρχικά καί ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Ἰωσήφ ὁ Β’, ὁ ὁποῖος στό τέλος ἄλλαξε γνώμη. Ἑπίσης, οἱ διάφοροι ἐσωτερικοί διχασμοί πού ταλάνιζαν τότε τή Δυτική Ἐκκλησία ἦταν ἕνα ἀκόμα γεγονός τό ὁποῖο θά ἔπρεπε νά κάνει τόν αὐτοκράτορα νά πάρει μιά πιό συνετή ἀπόφαση.
Ὁ διχασμός στή Δύση ἦταν τόσο ἔντονος καί τό κῦρος τοῦ Εὐγένιου τόσο κλονισμένο ὥστε τά 9/10 τοῦ δυτικοῦ κόσμου νά μήν συμμετάσχουν στίς συζητήσεις καί ἆρα ἡ Σύνοδος νά μήν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ Οἰκουμενική. Ἀκριβῶς γιά αὐτό τό λόγο μόλις ἀπό τόν 19ο αἰώνα οἱ Δυτικοί ἄρχισαν νά συγκαταλέγουν τή Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας μεταξύ τῶν Οἰκουμενικῶν.
Ὁ Ἰωάννης, ἀφοῦ ἦταν ἀμετάπειστος, ἄρχισε νά ὀργανώνει τό ταξίδι. Ἔχοντας σέ ἐκτίμηση τόν ἅγιο Μᾶρκο, τόν καλεῖ νά συμμετάσχει στή Σύνοδο καί τόν διορίζει
γενικό Ἕξαρχο τῆς ἀποστολῆς. Μάλιστα ἀπαιτεῖ παρά τή θέληση τοῦ ἁγίου νά χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος. Ὁ ἅγιος ὅμως εἶχε ἀπό πρίν τέτοιο κῦρος, ὥστε ἄν καί ἦταν
ἕνας ἁπλός ἱερομόναχος, οἱ Πατριάρχες Ἱεροσο λύμων καί Ἀλεξανδρείας νά τόν ὁρίσουν ἀντιπρόσωπό τους.
Ὕστερα ἀπό τήν εἰς ἐπί σκο πον χειροτονία του,
ἀκολούθησε καί ὁ ἀντίστοιχος ὁρισμός ἀπό τόν Πατριάρχη Ἀντιοχείας. Ἀπό τά ὑπόλοιπα μέλη τῆς ἀποστολῆς, ἀξίζει νά ἀναφέρουμε βεβαίως τόν αὐτοκράτορα Ἰωάννη τόν Η’ καί τόν Πατριάρχη Ἰωσήφ τόν Β’, τόν Ἐπίσκοπο Νικαίας Βησσαρίωνα, τόν Ρωσίας Ἰσίδωρο, τόν Γεώργιο Σχολάριο καί τόν Γεώργιο Γεμιστό – Πλήθωνα.
Ἡ Σύνοδος τῆς Φερράρας –Φλωρεντίας (1438 – 1439)
Ὁ ἅγιος Μᾶρκος πῆγε στή Φερράρα τῆς Ἰταλίας μαζί μέ τήν ὑπόλοιπη ἀποστολή τόν Μάρτιο τοῦ 1438 μέ μεγάλη διάθεση γιά νά λυθοῦν οἱ διαφορές μεταξύ τῶν
Ἐκκλησιῶν. Μάλιστα μερικοί ἀντιπρόσωποι τῶν Ὀρθοδόξων τόν παρεξήγησαν καί γιά αὐτό ἔθεσαν ἐπικεφαλῆς τῶν Διαλόγων τόν ἐπίσκοπο Νικαίας Βησσαρίωνα. Λόγω ὅμως τῆς θεολογικῆς του ἀνεπάρκειας, πῆρε τόν λόγο καί πάλι ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ ὁποῖος ἀντέκρουσε ὅλες τίς πλάνες τῶν Παπικῶν βασιζόμενος στήν Ἁγία Γραφή, στίς Οἰκουμενικές Συνόδους καί στοὐς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Ἦταν ἄριστος γνώστης τῆς Παράδοσης καί αὐτό ἀποδείχθηκε ἀπό τήν ἱκανότητά του νά βρίσκει μέ εὐκολία τίς νοθεῖες τῶν Λατίνων πάνω στά Ἱερά Κείμενα. Ὁ Πάπας Εὐγένιος θέλησε νά συντομεύσει τό διάλογο γιατί κανείς δυτικός θεολόγος δέν μποροῦσε νά ἀντικρούσει τά ἐπιχειρήματα τοῦ ἁγίου. Γιά αὐτό ἔκανε τά πάντα ὥστε νά κάμψει τό φρόνημα τῶν Ὀρθοδόξων. Τούς στέρησε τά ἀναγκαῖα γιά τή σίτισή τους καί μετέφερε τίς συζητήσεις ἀπό τήν Φερράρα στή Φλωρεντία τόν Ἰανουάριο τοῦ 1439 γιά νά τούς προκαλέσει περισσότερη κούραση.
Ἦταν φανερό ὅτι ὁ Πάπας Εὐγένιος δέν ἤθελε τήν Ἕνωση ἀλλά τήν Ὑποταγή, τήν ὑποταγή τῆς ἀλήθειας στήν πλάνη. Οἱ περισσότεροι κάμφθηκαν ἀπό τόν
ψυχολογικό πόλεμο τοῦ Εὐγένιου. Σέ συνδυασμό μέ τήν ὀθωμανική ἀπειλή πίεσαν τόν ἅγιο Μᾶρκο νά οἰκονομήσει τά πράγματα καί νά δεχθεῖ τίς θέσεις τῶν Λατίνων. Ἦταν ὅμως ἀνένδοτος. Ἀρνοῦνταν νά δεχθεῖ σέ κοινωνία αὐτούς πού προσέθεταν τό «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ».
Ὁ ἅγιος Μᾶρκος ἀναφέρει τόν λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: «πρέπει νά οἰκονομοῦμε μόνο ἐκεῖ πού δέν παρανομοῦμε». Αὐτό δέν ἦταν ἐγωισμός τοῦ ἁγίου ὅπως τόν κατηγοροῦσαν ὅσοι Ὀρθόδοξοι ἦταν φιλο παπικοί οὔτε φονταμενταλισμός. Εἶναι τό γνήσιο εὐαγγελικό καί πατερικό φρόνημα. Οἱ λατινόφρονες Ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι ὅπως ὁ Νικαίας Βησσαρίων καί ὁ Ρωσίας Ἰσίδωρος γελοῦσαν μέ τήν ἀνυποχώρητη στάση τοῦ ἁγίου. Διέδιδαν μάλιστα ὅτι τρελάθηκε. Ὁ Πάπας τόν ἔκλεισε στό δωμάτιό του γιά νά τόν πείσει νά ὑποχωρήσει.
Ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ἐφέσου ὅμως ἦταν ἀμετακίνητος: «οὐ συγχωρεί συγκατάβασις εἰς τά τῆς ὀρθοδόξου πίστεως». Ὁ ἅγιος δέν ὑπέκυψε οὔτε ἀκόμα στίς πιέσεις τοῦ φίλου του αὐτοκράτορα Ἰωάννη τοῦ Η’. Τελικά ὅλοι ὑπέγραψαν τόν Ὅρο τῆς Φλωρεντίας τόν Ἰούλιο τοῦ 1439 ἐκτός ἀπό τόν ἅγιο Μᾶρκο, τόν ἀδερφό του, τόν
Ἰωάννη Εὐγενικό, τόν Γεώργιο Σχολάριο, τόν Γεώργιο Γεμιστό-Πλήθωνα καί 3-4 ἄλλους οἱ ὁποῖοι εἶχαν προλάβει νά διαφύγουν κρυφά. Αὐτή ἡ ἔκβαση ξάφνιασε τόν Πάπα στήν ἀρχή, γιατί δέν περίμενε τέτοια ἐπιτυχία. Ἀργότερα ὅμως κατάλαβε καί ὁ ἴδιος τό αὐτονόητο.
Ζήτησε νά βροῦν στό κείμενο τήν ὑπογραφή τοῦ Ἐφέσου καί ἀφοῦ τοῦ εἶπαν ὅτι ὁ Μᾶρκος δέν ὑπόγραψε παραδέχθηκε τήν ἧττα του λέγοντας: «Λοιπόν ἐποιήσαμεν οὐδέν». Προφήτεψε ἀκούσια τόν θρίαμβο τῆς Ὀρθο δοξίας. Γνώριζε ὅτι τό σχέδιό του γιά τήν Ἅλωση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπέτυχε. Αὐτό τό κατάλαβαν καί οἱ Ὀρθόδοξοι ἀντιπρόσωποι πού ὑπέγραψαν τήν Ἕνωση ὅταν γύρισαν στήνΚωνσταντινούπολη καί γνώρισαν τήν ἀποδοκιμασία ὁλόκληρου τοῦ λαοῦ.
Τό μήνυμα τοῦ ἁγίου στήν ἐποχή μας
Ὁ ἅγιος Μᾶρκος ἀποτελεῖ ἕνα πρότυπο γιά τούς Ὀρθοδόξους. Ἀναδείχθηκε Στῦλος τῆς Ὀρθοδοξίας ὅπως εὔστοχα ἀναγρά φε ται στήν βυζαντινή ἁγιογραφία. Τή στιγμή πού οἱ περισσότεροι Ὀρθόδοξοι ἀντιπρόσωποι ὑπέγραψαν τήν ὑποταγή τους στόν Πάπα, ὁ ἅγιος Μᾶρκος κράτησε ψηλά τή σημαία τῆς Ὀρθοδοξίας. Κινούμενος ἀπό ἀγάπη πρός τούς δυτικούς δέν ἀρνήθηκε νά διαλεχτεῖ μαζί τους γιατί ἐπιθυμοῦσε διακαῶς τήν Ἕνωση. Πονοῦσε γιά τό Σχῖσμα τοῦ 1054 ἀλλά γνώριζε ὅτι μία ψευδοένωση θά δημιουργοῦσε περισσότερα σχίσματα στήν Ἐκκλησία. Αὐτός ἦταν καί ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο δέν διαλεγόταν μόνο ἐν ἀγάπῃ ἀλλάκαί ἐν ἀληθείᾳ. Γνώριζε ὁ ἀσκητής ἐπίσκοπος ὅτι ἄν χρησιμοποιεῖται συνέχεια το πρόσχημα τῆς ἀγάπης θά φτάσουμε στήν ἀμοιβαία ὑποχώρηση ἤ μᾶλλον σέ μονομερή ὑποχώρηση, αὐτή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀφοῦ ὁ Παπισμός δέν θά ἀρνηθεῖ ποτέ τό ἑωσφορικό του ἀλάθητο.
Ὅσοι χρησιμοποίησαν τήν ἀγάπη ξεχωρίζοντάς την ἀπό τήν ἀλήθεια ἔπεσαν σέ μιά φλύαρη ἀγαπολογία καί κάθε ἕνας ὁ ὁποῖος διέσωζε τήν ἀλήθεια ὅπως ὁ ἅγιος Μᾶρκος εὔκολα χαρακτηρίστηκε ὡς «ἀκραῖο στοιχεῖο» καί τρελός. Σήμερα βλέπουμε ὅτι ὁ διάλογος ἔφτασε σέ ἀδιέξοδο γιατί γίνεται μόνο «ἐν ἀγάπῃ». Αὐτή ἡ ἀγάπη ὅμως δέν εἶναι χριστιανική. Ἡ ἐμμονή στήν ἀλήθεια εἶναι ἡ πραγματική ἀγάπη καθώς ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἡ ἀγάπη πού παραβλέπει τήν αἵρεση εἶναι προσχηματική: «μηδέν νόθον δόγμα τῷ τῆς ἀγάπης προσχήματι παραδέχησθε» (ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος). Νά προσευχόμαστε γιά τήν Ἕνωση (ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως) χωρίς νά ξεχνοῦμε τά λόγια τοῦ ἁγίου Μάρκου: «στήκετε κρατοῦντες τάς παραδόσεις, ἅς παρελάβατε, τάς τε ἐγγρά φους καί ἀγράφους».
Γεράσιμος Αθανασίου
Θεολόγος