15 χρόνια από την εκδημία
Ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σεραφείμ, (1913 - 1998) κατά κόσμον Βησσαρίων Τίκας του Χρήστου, διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδοςαπό το 1974 μεχρι το 1998.
Γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1913 στο χωριό Αρτεσιανό Καρδίτσας. Ολοκλήρωσε τις βασικές του σπουδές στην Εκκλησιαστική Σχολή Κορίνθου και το 1940 αποφοίτησε από την Θεολογική Σχολή Αθηνών. Εκάρη μοναχός στη Ιερά Μονή Πεντέλης το 1938. Την επομένη μέρα της κουράς του, χειροτονήθηκε διάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Κορινθίας Δαμασκηνό και τοποθετήθηκε εφημέριος στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος στο Νέο Ηράκλειο. Το 1942, χειροτονήθηκε από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό πρεσβύτερος και αρχιμανδρίτης και υπηρέτησε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας στον Ιερό Ναό του Αγίου Λουκά Πατησίων, αναλαμβάνοντας παράλληλα τη μέριμνα συσσιτίων που είχε πρωτοδημιουργήσει ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος.
Την επόμενη χρονιά συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση, ενώ ο ίδιος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ» στις 30 Σεπτεμβρίου 1991 αναφέρει, «Το 1942, με χειροτόνησε ο Δαμασκηνός..., μου έδωσε το οφίκκιο του Αρχιμανδρίτου και με τοποθέτησε και πάλι ως Εφημέριο, ως Εφημερεύοντα Ιεροκήρυκα ακριβέστερα, στον Άγιο Λουκά Πατησίων. Εκεί, κατά το διάστημα που ήμουν διάκονος ακόμη, είχα αναπτύξει μια δράση, ας την πω εθνική.
Την επόμενη χρονιά συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση, ενώ ο ίδιος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ» στις 30 Σεπτεμβρίου 1991 αναφέρει, «Το 1942, με χειροτόνησε ο Δαμασκηνός..., μου έδωσε το οφίκκιο του Αρχιμανδρίτου και με τοποθέτησε και πάλι ως Εφημέριο, ως Εφημερεύοντα Ιεροκήρυκα ακριβέστερα, στον Άγιο Λουκά Πατησίων. Εκεί, κατά το διάστημα που ήμουν διάκονος ακόμη, είχα αναπτύξει μια δράση, ας την πω εθνική.
Αναλογιζόμενος την πείνα και τη δυστυχία που είχε τότε η πατρίδα μας, ίδρυσα εκεί κάτι συσσίτια, στο προαύλιο του Ναού, σ' έναν κήπο. Όταν εμείς δεν είχαμε να φάμε, εγώ τάιζα 600 παιδιά.
Όπως φαίνεται με παρακολουθούσε κι η οργάνωση του Ε.Δ.Ε.Σ. και μια μέρα με πλησίασαν και με βολιδοσκόπησαν, αν θέλω να βγω στο βουνό, στις αντάρτικες ομάδες του Ε.Δ.Ε.Σ. του Ζέρβα. Με προθυμία δέχθηκα και μυήθηκα μάλιστα από τον βιομήχανο που είχε εργοστάσια, Ευθύμιο Μπάρδη και τον δικηγόρο Ματσούκα στο κατάστημα του Μπάρδη».
Στις 6 Σεπτεμβρίου του 1949, επί αρχιερατείας του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σπυρίδωνα εξελέγη Μητροπολίτης Άρτης, όπου και ανέπτυξε αξιόλογη δραστηριότητα ποιμαντορικού και φιλανθρωπικού χαρακτήρα, όπως ίδρυση νέων ναών, αποκατάσταση ζημιών παλαιοτέρων, ίδρυση γηροκομείου, οικοτροφείου απόρων μαθητών, παιδικό σταθμό, κατηχητικά σχολεία, φιλόπτωχα ταμεία και άλλες διακονίες.
Στις 11 Μαρτίου του 1958, επί αρχιερατείας του αρχιεπισκόπου Αθηνών Θεοκλήτου Β΄, μετατέθηκε στη μητρόπολη Ιωαννίνων, και εκεί ανέπτυξε ευρύτερη εκκλησιαστική δράση, εθνική, κοινωνική και φιλανθρωπική.
Στις 12 Ιανουαρίου 1974, εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος.
Ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος είχε ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτορας σε πολλά ξένα πανεπιστήμια, ενώ τιμήθηκε με σημαντικές ανώτατες διακρίσεις, όπως το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας και τον Πολεμικό Σταυρό Α΄ τάξεως, καθώς και με το Μετάλλιο Εξαίρετων Πράξεων, όπως επίσης, του απονεμήθηκε και ο Μεγαλόσταυρος του Τάγματος της Τιμής.
Σεραφείμ: Ο ευθύς στους λόγους του και τους τρόπους του
του Αρχιμ.Χρυσόστομου Χρυσόπουλου, για το ΑΜΕΝ.GR
Κάθε ημέρα του χρόνου κρύβει και κλείνει μια επέτειο. Έτσι, η 10η Απριλίου έρχεται για να μας θυμίσει τα δεκαπέντε χρόνια από τότε που ο μακροβιότερος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Σεραφείμ (oΤίκας) άλλαζε κεφάλαιο στην ζωή του. Τελείωνε αυτό των 85 ετών και άνοιγε εκείνο της αιωνιότητας.
Αρχή της ζωής του ήταν το 1913 στο Αρτεσιανό Καρδίτσας, την συνέχισε στην Αθήνα για σπουδές και ως κληρικός, την πέρασε διαδοχικά ως Μητροπολίτης από τις Μητροπόλεις Άρτας και Ιωαννίνων. Σταθμός στην ζωή του σημαντικός ήταν η έμπρακτη συμμετοχή του στον αγώνα κατά των κατακτητών Γερμανών, μέσα από αντιστασιακές ομάδες. Εμψύχωνε διαρκώς με τα πατριωτικά του κηρύγματα στρατιώτες και αντάρτες, όπως και τον άμαχο πληθυσμό. Την τελείωσε πάλι στην Αθήνα, ως Αρχιεπίσκοπος. Η διακονία του παντού και πάντα είχε σφραγίδα ευανάγνωστη και ανεξίτηλη, ήταν σφραγίδα προσφοράς και αγώνων.
Μπορεί να μην είχε πανεπιστημιακές περγαμηνές και ιδιαίτερες γνώσεις, είχε λάβει όμως αριστείο φιλανθρωπίας σ’ όλο το πλάτος των δυνατοτήτων του και των απαιτήσεων. Από τότε που έδινε τρόφιμα και σίτιζε τους πολεμόπληκτους ενορίτες του, μέχρι την ίδρυση και συντήρηση ιδρυμάτων, όπου η Εκκλησία τον καθιστούσε Επίσκοπο και Ποιμένα. Λύγιζε εμπρός στον ανθρώπινο πόνο, το δάκρυ στα μάτια των ανήμπορων το μετέτρεπε σε αποφασιστικότητα για πρωτοβουλίες και δράση, μέχρι την τελική νίκη.
Ανεπιτήδευτος και άμεσος στην συμπεριφορά, αυθόρμητος και αυθεντικός στις εκφράσεις, λιτός και απέριττος στην εμφάνιση, μεγαλοπρεπής στην Θεία Λατρεία. Είναι στοιχεία που τον χαρακτήριζαν ως άνθρωπο ειλικρίνειας και άφοβο να δει τον άλλο κατάματα, ακόμα και μέσα από τον φακό της τηλεόρασης. Με τον χαρακτηριστικό του τρόπο στο λεξιλόγιο και στις κινήσεις, μιλούσε την γλώσσα της αλήθειας. Ήταν ευθύς στους τρόπους του και στους λόγους του.
Αγαπούσε τους κληρικούς και όπου τους συναντούσε τους αντιμετώπιζε με έκδηλη στοργή και πατρικό ενδιαφέρον. Σίγουρα έκανε και λάθη στην ζωή του, οι επιλογές του κάποιες φορές δεν ήταν και οι καλύτερες. Ποιος άλλωστε μπορεί ν’ αποφύγει τις κακοτοπιές και τις λάθος εκτιμήσεις.
Δεν μπορούμε όμως να ξεχάσουμε ότι με νηφαλιότητα και μεθοδικότητα εκείνος έφερε την ηρεμία στην διοίκηση της Ελλαδικής Εκκλησίας, που είχε ταλαιπωρηθεί από την καταπάτηση κάθε έννοιας δικαίου και κανονικότητας την παρελθούσα επταετία, περίοδο που το εκκλησιαστικό καθεστώς ήταν πιο στυγνό, άδικο και βίαιο ακόμα και από την πολιτική δικτατορία. Ο καταστατικός χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδας (του 1977) είναι ο αψευδής μάρτυρας των φιλοπρόοδων φρονημάτων του και της θέλησής του για ουσιαστικό εκδημοκρατισμό των δομών διοίκησης και λειτουργίας της ποιμένουσας Ελλαδικής Εκκλησίας.
Δέχθηκε κατά καιρούς κριτικές άδικες τις περισσότερες φορές από τους ευεργετημένους απ’ εκείνον. Δεν δίστασε να έρθει σε ρήξη με ισχυρούς της πολιτικής, για χάρη του καλώς εννοούμενου συμφέροντος της Εκκλησίας. Είχε τον τρόπο του να κάμπτει τα όποια αντιεκκλησιαστικά τους αισθήματα. Δεν πρέπει να ξεχαστεί ότι ενδοεκκλησιαστικές κρίσεις δεν φάνηκαν ή δεν αναπτύχθηκαν χάρη στην δική του στάση. Δεν πολυλογούσε με επιχειρήματα, μιλούσε με την σιωπή του και τα κατάφερνε καλά. Με περηφάνια και χιούμορ αντιμετώπισε και δεόντως απάντησε στα σενάρια «διαδοχολογίας», ενώ βρισκόταν ακόμα στην ζωή.
Στην δεκαπενταετή επέτειο αλλαγής του θυσιαστηρίου του, από το επίγειο στο επουράνιο, καταγράφηκαν γραμμές λίγες και απλές για τον αξέχαστο Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. Ό,τι έπραξε με λόγια και έργα, ο Θεός και η ιστορία υπάρχουν για να τον κρίνουν με συγκατάβαση. Δίδαγμα έχουμε λάβει όλοι, κληρικοί και λαϊκοί. Αυτοί που τον γνώρισαν άμεσα και εκείνοι που δεν τον γνώριζαν προσωπικά αλλά πάντως περίμεναν υπομονετικά να φιλήσουν το χέρι του άψυχου «παππού» και όλοι να τον παρακαλούν να τους ευλογεί τώρα και απ’ εκεί.