Αρχική Καρτέλα 1 Καρτέλα 2 Καρτέλα 3 Καρτέλα 4 Καρτέλα 5
Τελευταία νέα

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013

ΕΞΑΓΟΡΑΖΟΜΕΝΟΙ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ


γράφει η Άννα Μαργαρίτη

Ο άνθρωπος πλάστηκε από το Θεό αγαθός και η ψυχή αγνή και αμετάτρεπτη κατά τη φύση της και την ουσία της. Και αφού είναι αμετάτρεπτη κάνει ακριβώς εκείνο που με την ελεύθερη βούλησή της επιλέγει, είτε αγαθό είτε κακό. 



Όπως δηλαδή το μαχαίρι, είτε για το καλό, είτε για το κακό, το χρησιμοποιούμε, δεν μεταβάλλεται κατά τη φύση του, έτσι και ο άνθρωπος ενεργεί και πράττει όσα εκείνος θέλει, δεν ξεφεύγει όμως από τη φύση του.

Η επιλογή του δρόμου εναπόκειται στην απόλυτη βούλησή μας και η άνοδος ή η κάθοδος της ψυχής μας είναι πρόβλημα δικό μας. Όσο ενεργούμε και πράττουμε κατά την δική μας προαίρεση, κατά την δική μας αντίληψη και γνώση, χωρίς δηλαδή ο άνθρωπος να συμβουλεύεται εκείνον που θα μπορούσε να τον βοηθήσει βρίσκεται μακριά από το δρόμο. Η επιλογή του δρόμου δεν είναι κάτι παροδικό, το πρόσκαιρο. Δεν ανάγεται σε κάποιο χρόνο, είναι αφιέρωση της ζωής ολόκληρης από την αρχή μέχρι το τέλος, μέχρι την ύστατη στιγμή.

Δεν έχει νόημα λ.χ. να ελεήσει κανείς κάποιον και αντίθετα να προξενήσει κακό ή να αδιαφορήσει για κάποιον άλλο. Τα λόγια του Ιησού «Επείνασα και εδίψασα» δεν αναφέρονται σε μια μεμονωμένη ενέργεια, ούτε σε μια ημέρα, αλλά σε ολόκληρη τη ζωή. Εκείνος που έδωσε ελεημοσύνη σε εκατό ανθρώπους και αρνήθηκε να δώσει σε άλλους, ενώ μπορούσε, δεν πληροί την Θεϊκή εντολή που επιτάσσει να μεριμνάμε για τον πλησίον μας, όχι μεμονωμένα για κάποια άτομα ή κάποιο χρονικό διάστημα αλλά για ολόκληρη τη ζωή και για όλους.

Η αφοσίωση του καθενός μας στο δρόμο τον πνευματικό κρίνεται πάντοτε, όχι απ' ότι λέμε ή ότι πράττουμε, αλλά από το βαθμό της προσκολλήσεως στα γήινα. Όσο πιο προσκολλημένοι είμαστε σ' αυτά που αποκαλούμε γήινα αγαθά, τόσο μακρύτερα βρισκόμαστε από την αλήθεια. Όσο η αγάπη μας στρέφεται στο παιδί, στην οικογένεια, στους φίλους, στα υλικά αγαθά, στην επιτυχία, στην αναγνώριση, τόσο ξημερώνουμε μακριά από το ποθούμενο. Παύουμε να εξαρτάμε την ζωή μας από την επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία των άλλων. Παύουμε να επιζητούμε την επιδοκιμασία των συγγενών, των φίλων και του περιβάλλοντος μας γενικά.

Η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων στηρίζει την αυτοαξιολόγησή της σ' αυτά που οι άλλοι σκέπτονται γι αυτούς ή μάλλον σ' αυτά που οι ίδιοι νομίζουν ότι οι άλλοι λένε ή σκέπτονται γι αυτούς. Με λίγα λόγια προσπαθούμε να γίνουμε ζηλωτές των αρετών, να πάρουμε δηλαδή την μεγάλη απόφαση. Να αναμετρήσουμε το παρελθόν και να αναμετρηθούμε κι εμείς εν συνεχεία. Να βυθίσουμε ερευνητικά το νου μας στο μέλλον και να αναλογισθούμε το μακρύ, ατελείωτο ταξίδι που μας περιμένει μέσα στην αχρονική και ατοπική αιωνιότητα.

Είναι καιρός να εγκαταλείψουμε τις κατώτερες βαθμίδες εκφράσεως, να εγκαταλείψουμε τον άνθρωπο που συνειδητά ή ασυνείδητα κάνει το κακό, τον άνθρωπο που γενικά αδιαφορεί και παραμένει στο τέλμα αυτό της αδιαφορίας. Να εγκαταλείψουμε επίσης τον άνθρωπο που κάνει το καλό και ζητάει ανταμοιβή και να υψωθούμε στην τελευταία βαθμίδα, όπου κάθε ενέργειά μας γίνεται χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς εξωτερική παρότρυνση, αυθόρμητα, αυτοπροαίρετα, γιατί αυτή είναι η πραγματική μας θέση. Όταν αυτή η απόφαση μας γίνει βίωμα, τότε η μεταμόρφωση του κατώτερου προς το ανώτερο γίνεται σταθερά.

Ο καθημερινός άνθρωπος άγεται και φέρεται από τα ζεύγη των αντιθέτων. Χαρά - λύπη, φιλία - εχθρότητα, κ.λ.π. είναι μια διαρκής εναλλαγή, μια καθιερωμένη κατάσταση. Έτσι είναι η ζωή του καθημερινού ανθρώπου κατευθύνεται από τις τυφλές δυνάμεις της έλξης και της απώθησης, της αποστροφής, της αρέσκειας και της απαρέσκειας, του «αρέσει δε μου αρέσει», πράγμα που σημαίνει ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις δεν κατευθύνει τις ενέργειες και τις σκέψεις του, σύμφωνα με την λογική που είναι προικισμένος, αλλά σύμφωνα με τον κόσμο των επιθυμιών του, ένα κόσμο που διέπει τις αμέσως πριν από αυτόν κατώτερες μορφές δημιουργίας των ζώων και των φυτών. Έτσι παραμένει πάντοτε δέσμιος σ' αυτό που απλώς επιθυμεί και αποφεύγει αυτό που οφείλει να επιθυμεί και να προσπαθεί πάντοτε να προσεγγίσει.

Αυτά τα δεσμά τον ακολουθούν και λειτουργούν σε μια αλληλοδιαδοχή τους σαν αίτιο και αιτιατό καλών και κακών πράξεων, που τον δένουν γερά στη γη και διαιωνίζουν το δράμα του, τον καθιστούν μοιραίο, υποκείμενο σε ένα αδυσώπητο προσωπικό πεπρωμένο, σκλάβο των έργων του, των πράξεών του και δέσμιο των φαινομένων του σχετικού κόσμου.

Ας το συνειδητοποιήσουμε αυτό και ας προσπαθήσουμε να προτάξουμε τη λογική πάντοτε στις ενέργειές μας, εμπλουτισμένη φυσικά η λογική και με το συναίσθημα σαν βοηθητικό στοιχείο και αυτό μέχρις ότου γίνουμε πραγματικά ελεύθεροι και οδηγό θα έχουμε πλέον κάτι πολύ ανώτερο από τη λογική, τον ίδιο το Θεό. Η αποδέσμευση οδηγεί στον ουράνιο κόσμο. Εδώ στη γη θα προσπαθήσουμε να απαλλαγούμε από τα δεσμά της ύλης γιατί μόνο σε τούτη τη γη μπορούν οι ψυχές των ανθρώπων να κάνουν έργα που θα φέρνουν καινούργια αποτελέσματα.

Στον ουράνιο κόσμο, μπορούμε μόνον να δρέψουμε τους καρπούς των έργων μας, των έργων που κάναμε ως ανθρώπινες υπάρξεις. Εκεί στον ουράνιο κόσμο λάμπει μόνον το υπέρλαμπρο φως του Απόλυτου Όντος που φωτίζει, όπως ο δυνατός ήλιος όλους αδιακρίτως, όμως ανάλογα με τη δεκτικότητα του καθενός, δεκτικότητα που απέκτησε εδώ στη γη. Εκεί στον ουράνιο κόσμο υπάρχει το ασύλληπτο στον ανθρώπινο νου, αυτό που είναι επίτευγμα τελειότητας, αρμονίας και Θεϊκής Σοφίας και που δεν έχει να κάνει τίποτα με το γήινο, τίποτα με αυτό που γνωρίζουμε, τίποτα με αυτό που η λογική μας μπορεί να συλλάβει.

Ο οσιώτατος Νικήτας Σταθάτος (1005-1090 μ.Χ.), ένας από τους πιο σημαντικούς πατέρες της εκκλησίας, γράφει σχετικώς με την κατάσταση της ανθρώπινης υπάρξεως και αυτά που γράφει είναι τόσο επίκαιρα σαν να γράφτηκαν για μας τους σημερινούς ανθρώπους: «Τρεις καταστάσεις του Βίου υπάρχουν: η σαρκική, η ψυχική και η πνευματική. Η κάθε μια απ' αυτές έχει αντίστοιχη διάθεση ζωής και διαφέρει από την άλλη».

Η σαρκική κατάσταση του βίου καταγίνεται με τις απολαύσεις της ζωής και δεν έχει κανένα κοινό με την ψυχική ή την πνευματική κατάσταση, ούτε και θέλει να την αποκτήσει. Ο ψυχικός είναι στο μεταίχμιο κακίας και αρετής και αποβλέπει μόνο στη φροντίδα του σώματος και στον έπαινο των ανθρώπων. Αποφεύγει εξίσου και τους κόπους της αρετής και τις απολαύσεις της ζωής και δεν κλείνει ούτε στην αρετή ούτε στην κακία, λόγω της αντιθέσεως τους. Στην μεν αρετή γιατί είναι σκληρή και κοπιαστική, στη δε κακία για να μη χάσει τον έπαινο των ανθρώπων. Η πνευματική όμως κατάσταση του Βίου ούτε θέλει να έχει, ούτε και τα δύο κακά, αλλά είναι τελείως ελεύθερη και από τη μια και από την άλλη κατάσταση.

Εκείνοι που ζουν σαρκικά και κυριαρχούνται από τις επιθυμίες των παντοειδών απολαύσεων και είναι ολότελα σάρκες, δεν αρέσουν στο Θεό (όσοι είναι εν σαρκί δεν δύνανται να αρέσουν στον Θεό). Παύλος προς Ρωμαίους 8.8. Είναι σκοτεινοί στα φρονήματα και αμέτοχοι του Θείου Φωτός. Οι αισθήσεις της ψυχής τους είναι ανενεργείς και δεν μπορούν να ανυψωθούν προς τα νοητά κάλλη του Θεού για να δουν το φως της όντος αληθινής ζωής. Αλλά σαν να έγιναν κατά κάποιο τρόπο κτήνη, δεσμεύουν το αξίωμα του λογικού και διατηρούν μόνο την αίσθηση για τα ορατά πράγματα.

Εκείνοι που ζουν ψυχικά και γι αυτό ονομάζονται ψυχικοί, είναι μισοανόητοι και σαν να έχουν παράλυτα μέλη. Δεν προθυμοποιούνται ποτέ να κοπιάσουν για χάρη της αρετής και αποφεύγουν τις αξιοκατάκριτες πράξεις για να έχουν τιμή από τους ανθρώπους. Υποδουλώνονται στην αγάπη του εξωτερικού εαυτού τους, δεν παραλείπουν καμιά φροντίδα για την υγεία και την απόλαυση του σώματος. Αποφεύγουν κάθε θλίψη και κόπο και κακοπάθεια για χάρη της αρετής και περιποιούνται περισσότερο και περισσότερο το σώμα. Ζώντας μ' αυτό τον τρόπο ο νους τους γίνεται ολωσδιόλου γη.

Οι ψυχικοί δεν μπορούν από μόνοι τους να εμβαθύνουν στα βάθη του πνεύματος, γιατί δεν έχουν κανένα φως μέσα τους που να φωτίζει το νου τους, αλλά και ούτε ανέχονται να τα ακούνε από άλλους. Δικαιολογημένα λοιπόν είπε γι' αυτούς ο Απόστολος Παύλος: «Άνθρωπος ψυχικός δεν δέχεται τα του πνεύματος αφού γι' αυτόν είναι μωρία και δεν γνωρίζει ότι ο Νόμος είναι Πνευματικός και επομένως κατανοείται μόνο με τη βοήθεια του Πνεύματος». Α' Κορινθίους 2.14. Επίσης η Επιστολή του Ιακώβου μας λέει: «Ας μη νομίζει αυτός που διστάζει ότι θα λάβει κάτι παρά Κυρίου, διότι άνθρωπος δίγνωμος (δίψυχος) είναι ακατάστατος σε όλες του τις ενέργειες». 1. 8.

«Εκείνοι που ζουν εναρμονισμένοι με το Πνεύμα και έχουν ακολουθήσει τον πνευματικό δρόμο είναι αγαπητοί στο Θεό. Γιατί πάντοτε με τους κόπους τους καθαρίζουν τις ψυχές τους. Με την απάρνηση του προσωπικού τους θελήματος αποδεσμεύουν τις ψυχές τους από την εμπάθεια και την πλάνη και ενώνονται ολοκληρωτικά με το Πνεύμα. Γι αυτό και δίκαια αναγνωρίζονται από όλους ως πνευματικοί.

Αυτοί παίρνουν φτερά για την θεωρία της κτίσεως και από κει δέχονται τη γνώση των όντων. Και αφού ξεπεράσουν την αίσθηση του κόσμου φτάνουν με φωτισμένη διάνοια στα υπέρ την αίσθηση. Σύντομος λοιπόν ο βίος, απέραντοι οι μέλλοντες αιώνες και λίγο το διαστημα της παρούσας ζωής. Ο άνθρωπος που του δόθηκε το σύντομο αυτό διάστημα είναι αδύνατος. Ο καιρός σύντομος, και το βραβείο που δίνεται ως στέφανο αγώνων είναι μεγάλο. Έχει πάρα πολλούς πειρασμούς και κινδυνεύει μέσα σε μια βραχύτατη ζωή». Φιλοκαλία Τομ. Δ'εκατοντάς Β' αριθμ. 3-4-5-6-13.

Ας διαρρήξουμε λοιπόν αυτά τα δεσμά με την ύλη. Ας απεγκλωβίσουμε την πάντοτε ελεύθερη ψυχή μας απ' αυτά τα καταναγκαστικά έργα, γιατί μόνο όταν ο άνθρωπος περάσει διαδοχικά την κλίμακα της ανόδου και οδηγηθεί στην κατάσταση του πνευματικού ανθρώπου, τότε μόνο μπορεί να προσεγγίσει την τελειότητα.

Ας διαρρήξουμε τους πολλαπλούς δεσμούς μας. Ας μειώσουμε τους κρίκους της αλυσίδας που μας δένει με το καθετί. Έχουμε γίνει σκλάβοι, όχι μόνο του μικρού εαυτού μας, αλλά και του κοινωνικού περιγύρου, σκλάβοι των άλλων, σκλάβοι των συνηθειών μας, της κοινωνικής ηθικής, της μάζας, της κοινής γνώμης. Έχουμε έλθει στο σημείο να σκεπτόμαστε και να ενεργούμε σύμφωνα με τα όσα μας επιβάλλονται από άλλους. Έτσι δεν ζούμε τη δική μας ανεξάρτητη ζωή, ούτε ακούμε τη δική μας εσωτερική φωνή, ζούμε με τους άλλους και για τους άλλους.

Η εσφαλμένη πεποίθηση ότι όταν γεμίζουμε την ζωή μας με ασήμαντα πράγματα, πρόσωπα και γεγονότα θα έχουμε εκπληρώσει τον αντικειμενικό μας σκοπό, μας οδηγεί σε λάθος δρόμο. Κανένας άνθρωπος, καμιά ποσότητα υλικών αγαθών, δεν μπορεί να προσφέρει στην καρδιά αυτό που λαχταράει. Αυτό φαίνεται από το κενό που νιώθουν εκείνοι που έχουν συσσωρεύσει πολλά υλικά αγαθά, που περιβάλλονται από ανθρώπους που δήθεν τους αγαπούν, γιατί είναι Αλήθεια ότι οι άνθρωποι νιώθουν πνευματικό κενό, παρ' όλο που τα ωραία σπίτια τους είναι γεμάτα από αγαθά. Προσπαθούν δε να καλύψουν το κενό με τη συσσώρευση νέων αγαθών, νέων δεσμεύσεων, νέων σχέσεων.

Ας προσπαθήσουμε να μην ταυτιζόμαστε με τίποτα. Ας κρατήσουμε το ενδιαφέρον μας μακριά. Ο πόνος και η χαρά, ο πλούτος και η φτώχεια, είναι αναγκαίες συνθήκες του κόσμου τούτου, όμως δεν ανήκουν στην αληθινή φύση του ανθρώπου, γιατί η αληθινή φύση μας, είναι πέρα από την ευτυχία και τη δυστυχία, πέρα από τις αντιθέσεις, πέρα από κάθε αντικείμενο των αισθήσεων.

Να μην είμαστε σκλάβοι του λεγόμενου καθήκοντος. Αυτή η εσφαλμένη αντίληψη του καθήκοντος είναι αιτία μεγάλης δυστυχίας. Το καθήκον με αυτή την έννοια γίνεται αρρώστια, γίνεται δηλητήριο που διαβρώνει μέρα με τη μέρα τη ζωή μας. Ας κοιτάξουμε να επωφεληθούμε από τα ουσιαστικά στοιχεία που διαθέτουμε και ας μην ξοδευόμαστε στη ματαιότητα της καθημερινής ρουτίνας, δηλαδή σκέψεις, λόγια ή πράξεις που δεν έχουν ούτε χθες, ούτε αύριο. 
 
Ας παραμερίσουμε όλες τις άσκοπες ενασχολήσεις, που γίνονται για να εκπληρώσουν τον τύπο της στιγμής, που αρχίζουν και τελειώνουν την ίδια χρονική στιγμή. Τύπος πχ. είναι το να ξεσκονίζουμε το αυτοκίνητό μας με τις ώρες, να αφιερώνουμε το χρόνο μας στο ντύσιμο, στην εμφάνιση μας κλπ. Επίσης τύπος είναι το να χάνεις την ενεργητικότητά σου για την ετοιμασία ενός γεύματος που θα καταναλωθεί και θα ξεχαστεί αμέσως. Εδώ απλά λέμε, να γίνονται όλα αυτά, αλλά στις σωστές διαστάσεις.

Γιατί σε τελευταία ανάλυση, ουσία είναι ο εαυτός μας, όχι στην εξωτερική του όψη, αλλά στην εσωτερική του διάρθρωση, και επομένως μόνο αυτό τον εαυτό οφείλουμε να φροντίζουμε. Κοιτάξτε αυτόν το δυστυχισμένο σκλάβο, του κακώς εννοούμενου καθήκοντος. Εργάζεται, φροντίζει τα πάντα, δεν μένει χρόνος όχι μόνο να σκεφτεί, αλλά ούτε και να πλυθεί πολλές φορές, ούτε τον ύπνο δεν μπορεί να απολαύσει. Το βράδυ σκέπτεται τη δουλειά της επομένης και την επομένη αδυνατεί να σκεφτεί οτιδήποτε, δηλαδή μια ζωή σκλάβου, μια ζωή που προσιδιάζει περισσότερο σε ένα ζώο που κάποια στιγμή πεθαίνει φορτωμένο στο δρόμο.

Μπορούμε να σπάσουμε αυτές τις αλυσίδες να ελευθερωθούμε, να σταθούμε από σήμερα απλοί παρατηρητές. Σταθείτε στην άκρη, μη δεσμεύεστε. Μη ταυτίζετε την σκλαβιά, τη δουλεία με το καθήκον και πρώτα απ' όλα αποδεσμευτείτε από κάθε τι που δεν είναι αναγκαίο, από κάθε τι που μπορεί να γίνει μόνο του ή από κάθε τι που οφείλει να κάνει αυτός για τον οποίο προσφέρεστε. Όμως σε κάθε περίπτωση ο νους να παραμένει ελεύθερος, γαλήνιος ήρεμος αναπαυμένος στην ειρήνη που δίνει η ικανοποίηση ότι κοπιάσατε για κάποιον σωστά χωρίς υπερβολές.

Εκατομμύρια άνθρωποι νομίζουν τον εαυτό τους σπουδαίο, όμως όλοι γερνάμε, όλοι πεθαίνουμε και σε λίγο χρόνο όλοι μας λησμονούν. Αποκτούμε λοιπόν ένα ορθό τρόπο ζωής και ορθός τρόπος είναι εκείνος ο οποίος έχει ένα σκοπό άξιο λόγου ύπαρξης και ένας λόγος ύπαρξης είναι άξιος όταν εκ πληροί έναν ανώτερο σκοπό. Ερχόμαστε στη ζωή για να εκπληρώσουμε μια σημαντική λειτουργία, δηλαδή να συμβάλλουμε στη διατήρηση ή στην διάσωση της αρμονίας του σύμπαντος. Αυτός καθ' εαυτός ο άνθρωπος είναι ένα εργαλείο και από πλάνη θεωρεί τον εαυτό του πολλές φορές αυτοσκοπό. Οφείλουμε να θεωρούμε τον κόσμο σαν ένα σύμπαν το οποίο έχει δημιουργηθεί όχι για
να μας υπηρετήσει, αλλά για να εξυπηρετηθεί από μας.

Να χαρούμε λοιπόν, ξανά και ξανά μέχρι το τέλος, τώρα και πάντοτε αυτό που μας προσφέρει η αληθινή ζωή και να δεχθούμε τον ιερό πόνο σαν εξιλασμό, σαν δοκιμασία, σαν μια πρόγευση της αιωνιότητας. Με μόνη τη διαφορά, ό,τι κάνουμε ό,τι επιδιώκουμε, ό,τι προσφέρουμε, να γίνεται αυθόρμητα χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς υπολογισμό, χωρίς προσμονή ανταποδόσεως και του ελαχίστου. Τότε και μόνο τότε, όταν αποκτήσουμε αυτές τις θεσπέσιες εμπειρίες και αφού τις αξιολογήσουμε, τις μεταφέρουμε απρόσωπα, αχρονικά και ατοπικά στον εσωτερικό εαυτό μας, θα μπορέσουμε να τις πνευματοποιήσουμε και να βιώσουμε μαζί τους, ως άυλες πνευματικές οντότητες την εποχή του γυρισμού μας στην ουράνια πατρίδα μας.

Όμως ας ακούσουμε τι λέει ο Απόστολος Παυλος, ακούμε την φωνή του και προσπαθούμε να την κατανοήσουμε: «Εξαγοραζόμενοι τον καιρόν ότι αί ημέραι πονηραί εισί». Προς Εφεσίους ε' 16. Ποιος είναι αυτός ο καιρός ώστε να τον εξαγοράσουμε; Το ακούμε από το στόμα του Συμεώνως του Νέου Θεολόγου (1000μ. Χ.) του μέγιστου αυτού διδασκάλου της μυστικής Θεολογίας: «Καιρός λοιπόν είναι», λέγει ο Συμεών, «ο καιρός της παρούσας ζωής και ημέρες πονηρές είναι εκείνες που μένουν ανεκμετάλλευτες από εμάς. Κάθε άνθρωπος που πολιτεύεται εις την παρούσαν ζωήν με σωφροσύνη, φρόνηση, ανδρεία και δικαιοσύνη και που υποφέρει με γενναιότητα και υπομονή της ψυχής του όλα τα κοπιαστικά και λυπηρά που μας συμβαίνουν στη ζωή, αυτός εξαγοράζει τον καιρόν του, εξαγοράζει τον καιρό που οι άλλοι τον σπαταλούν έστω και αν νηστεύουν, ανάβουν κεριά, αγρυπνούν και κάνουν και άλλους αγώνες, γιατί αυτός που δεν ξέρει να πραγματευτεί τον καιρόν του τον χάνει.

Το λοιπόν όσοι υπομένουν θλίψεις και δοκιμασίες στην παρούσαν ζωήν, εκείνοι εξαγοράζουν τα αιώνια αγαθά και την ατελεύτητη ευφροσύνη. Ας εξαγοράσουμε τη φρόνηση της ψυχής μας με την καταφρόνηση των περιττών και πρόσκαιρων της παρούσης ζωής. Ας εξαγοράσουμε την δικαιοσύνην και ας διακρίνουμε το δίκαιο από το άδικο. Ας εξαγοράσουμε την ανδρεία των ψυχών μας με πολλή υπομονή. Ας εξαγοράσουμε τέλος τη σωφροσύνη του σώματος με κάθε είδους εγκράτεια». Συμεών Νέος Θεολόγος, Τα Ευρισκόμενα Λόγος τριακοστός τέταρτος, σελ. 163 επ.

Εργαζόμαστε ακατάπαυστα, προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας, όπου το καθήκον μας καλεί, όμως δεν δεσμευόμαστε από την εργασία μας. Απαρνηθήκαμε κάθε δεσμό μ' αυτήν, κάθε προσδοκία, προσπαθούμε καθημερινά μετά το πέρας οποιωνδήποτε ασχολιών μας, να αφοσιωθούμε στον εαυτό μας, στην πρόοδό του, την εξέλιξή του, την απόκτηση της ελευθερίας του. Μόνο αυτό που κάνουμε να το αφιερώνουμε στο Θεό για να γίνει το Θέλημά Του. Να γνωρίσουμε τον κόσμο δια των εμπειριών, δυσάρεστων ή ευχάριστων, γιατί μόνο μέσω των εμπειριών, θα γνωρίσουμε το ανθρώπινο γίγνεσθαι σε όλα τα επίπεδα του, μέσω των εμπειριών, θα προσεγγίσουμε το Θείο, δηλαδή το Υπέρτατο και μέσω των εμπειριών θα αποκτήσουμε την ελευθερία μας.

Γι αυτόν που πιστεύει στο Θεό, ο μόνος τρόπος για να επιβεβαιώσει την πίστη του, είναι να αφιερώσει σ' Αυτόν ότι κι αν κάνει, ότι κι αν αισθάνεται, να σκέπτεται πάντοτε ότι ανήκει σ' Εκείνον: «το πνεύμα μου, η ψυχή μου, καταμαρτυρεί μαζί με το δικό Του πνεύμα ότι ανήκω σ'Αυτόν» και επομένως δεν τον απασχολεί ο έπαινος ή η ανταμοιβή ή αντίθετα να τον θλίβει η συκοφαντία, ο φθόνος και η αχαριστία.

Αντί των «Θυσιών», των νηστειών, αγρυπνιών και των διαφόρων αφιερωμάτων, ας εκτελέσουμε την μεγάλη θυσία, τη θυσία του μικρού εαυτού μας, να απαρνηθούμε το φαινομενικό εαυτό μας και ας γίνεται αυτό καθημερινά μέρα και νύχτα, ώσπου αυτό να μας γίνει βίωμα, ώσπου να υπακούσει ολόκληρη η ύπαρξή μας σ' αυτή την απάρνηση, ώσπου κάθε μόριο του φθαρτού εαυτού μας να προσκολληθεί σ' Εκείνον, αφήνοντας πίσω κάθε προσκόλληση στο γήινο περιβάλλον μας.

Αν βασιζόμαστε στον εαυτό μας, μόνο στην δική μας προσπάθεια, η ανάπτυξη είναι δύσκολη γιατί η δική μας προσπάθεια όσο έντονη κι αν είναι, δεν παύει να έχει τις ατέλειές της. Όταν όμως εγκαταλείπεις το εγώ και αυτοπροσφέρεσαι στο Θεό, ο Θεός αναλαμβάνει το βάρος να ανυψώσει την ψυχή σταθερά σ' Αυτόν. Το μόνο που χρειάζεται για να φτάσει κανείς, είναι η ολόψυχη, ειλικρινής και ολοκληρωτική αγάπη, αφοσίωση, με απεριόριστη συγκέντρωση και προσήλωση, όλων των ενεργειών του φθαρτού και άφθαρτου εαυτού μας σε Εκείνον.

Η συνεχής και σταθερή αυτοεγκατάλειψη και η απαρασάλευτη προσήλωση, ανυψώνει βαθμιαία τον άνθρωπο από το συναίσθημα της πολλαπλότητος στο βίωμα της ενότητος. Ένα βίωμα που από μόνο του εξηγεί και δικαιολογεί τις φαινομενικές αντιφάσεις του σχετικού κόσμου και συμβιβάζει τις αντινομίες της δικαιοσύνης και της αδικίας, του πεπρωμένου και της ελεύθερης βούλησης, της δυστυχίας και της ευτυχίας. Συσχετίζει και ενοποιεί την πολυμορφία του κόσμου. Βλέποντας το Θεό στα πάντα ο άνθρωπος ελευθερώνεται από κάθε αμφιβολία και υποτάσσεται στη Θεία Βούληση. Κι έτσι το πιο φοβερό πράγμα στον κόσμο χάνει την τρομακτικότητά του.

Ο άνθρωπος που βιώνει αυτή την ενότητα, κατανοεί ότι ο κόσμος είναι πέρα από τις πολλαπλές αντιθέσεις και αντινομίες, πέρα από το καλό και το κακό, τη χαρά και τη λύπη, τη ζωή, το θάνατο κ.λ.π.
Δεν χρειάζεται να αποχωρίσουμε από τον κόσμο:
«Σας στέλνω σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους, να έχετε τη σύνεση που έχουν τα φίδια και την ακεραιότητα που έχουν τα περιστέρια». Ματθαίος 10.16.

Disqus

Days Remaining:
Hours Remaining:
Minutes Remaining:
Seconds Remaining:
Blogger Wordpress Gadgets