Αρχική Καρτέλα 1 Καρτέλα 2 Καρτέλα 3 Καρτέλα 4 Καρτέλα 5
Τελευταία νέα

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

Για τη συνείδηση

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Η αρετή και κακία εξαρτώνται από τη δική μας προαίρεση, μετά την άνωθεν Χάρη, και αν το θελήσουμε, μπορούμε να γίνουμε ενάρετοι. Αν όμως δείξουμε αδιαφορία, βαδίζουμε κατευθείαν στο γκρεμό της αμαρτίας. 


Γιατί αυτό είναι εκείνο που μας κάνει να διαφέρουμε από τα άλογα ζώα, το ότι μας τίμησε ο φιλάνθρωπος Θεός, μας έδωσε λογικό και μας έβαλε μέσα στη φύση μας τη δυνατότητα να γνωρίζουμε ποιο είναι καλό και ποιο είναι κακό.

Κανείς λοιπόν να μην προφασίζεται ότι παραμελεί την αρετή από άγνοια ή επειδή δεν έχει εκείνον που θα του υποδείξει το δρόμο της. Διότι έχουμε ικανό δάσκαλο τη συνείδηση και δεν είναι δυνατόν κανείς να στερηθεί τη βοήθειά της. Πράγματι, συγχρόνως με την πλάση του ανθρώπου του εναποτέθηκε και η γνώση του τί πρέπει να κάνει, ώστε να δείξει ευγνωμοσύνη, να γυμνασθεί, και να ασκηθεί στην αρετή, στη ζωή αυτή σαν σε παλαίστρα για να αποκομίσει τα βραβεία της αρετής»2.

«Ο φιλάνθρωπος Κύριος, όταν δημιούργησε τον άνθρωπο, από την αρχή έθεσε μέσα του τη συνείδηση να είναι διαρκής κατήγορος των πράξεών του και της έδωσε τη δυνατότητα να μην μπορεί να παραλογισθεί και να εξαπατηθεί ποτέ. Αλλά κι αν ακόμα κάποιος που ενέργησε την αμαρτία και έκανε την απρεπή πράξη κατορθώσει να διαφύγει την προσοχή όλων των ανθρώπων, την προσοχή εκείνου του ανθρώπου δεν μπορεί να τη διαφύγει. Αυτός ο άνθρωπος περιφέρεται συνεχώς έχοντας αυτόν τον κατήγορο μέσα του να τον ενοχλεί, να τον καταξεσχίζει, να τον μαστιγώνει, να μην τον αφήνει να ηρεμεί. Και στο σπίτι και στην αγορά και στις διάφορες συγκεντρώσεις και όταν τρώει και όταν κοιμάται και όταν σηκώνεται του επιτίθεται και απαιτεί τιμωρία για όσα έσφαλε και του υπενθυμίζει την απρέπεια για όσα αμάρτησε και την τιμωρία που ακολουθεί. Και σαν άριστος γιατρός δεν παύει να επιθέτει τα φάρμακά του. Και να δει ότι ο άνθρωπος τον αποκρούει και δεν τον παραδέχεται, ούτε τότε απομακρύνεται, αλλά τον προστατεύει συνεχώς. Διότι το έργο του κατήγορου αυτού που λέγεται συνείδηση είναι αυτό, δηλαδή να υπενθυμίζει συνεχώς και να μην επιτρέπει ποτέ στον άνθρωπο να λησμονήσει αυτά που έχει πράξει, ώστε μ’ αυτό τον τρόπο να μας κάνει πιο δυσκίνητους στο να ξαναπέσουμε στα ίδια σφάλματα. Γιατί παρόλο που έχουμε από την άποψη αυτή τη συμμαχία και τη βοήθεια της συνειδήσεως, τον φοβερό αυτό κατήγορο να επιτίθενται και να μαστιγώνει την ψυχή μας, να καταξεσχίζει την καρδιά μας και να ορμάει σκληρότερα από κάθε δήμιο, εντούτοις οι περισσότεροι από μας ούτε έτσι ξεπερνάμε τη ραθυμία μας. αλήθεια, αν δεν είχαμε αυτή τη βοήθεια της συνειδήσεως, πού θα είχαμε καταντήσει πολύ γρήγορα;»3.

«Ο Κύριος φύτευσε μέσα μας τη συνείδηση πιο φιλόστοργη και από τον πατέρα. Κι αν μιά φορά και δυό και τρεις και μύριες σου πει το σωστό και συ παρακούσεις, πάλι θα στο πει και δεν σταματάει να στο υπενθυμίζει μέχρι την τελευταία σου αναπνοή. Αλλά και στο σπίτι και στις διάφορες συνοικίες και στο τραπέζι και στην αγορά και στους δρόμους και πολλές φορές και στα όνειρα ακόμη μας παρουσιάζει τις εικόνες και τις συνθήκες των αμαρτημάτων μας.

Είδες μετά από πόσο χρόνο θυμήθηκαν τα αδέλφια του Ιωσήφ την αμαρτία που διέπραξαν απέναντί του; Και προς τον πατέρα τους βέβαια έλεγαν ότι κάποιο άγριο θηρίο έφαγε τον Ιωσήφ. Όταν όμως βρέθηκαν μπροστά στον Ιωσήφ, παραδέχθηκαν την αμαρτία τους. Τί πιο παράξενο μπορούσε να συμβεί απ’ αυτό;

Έχουμε εδώ δικαστήριο χωρίς κατήγορο και απολογία χωρίς να υπάρχει κατηγορία και απόδειξη χωρίς την κατάθεση μαρτύρων, γιατί αυτοί που διέπραξαν το έγκλημα ελέγχουν μόνοι τους τον εαυτό τους και δημοσιεύουν εκείνο που διέπραξαν κρυφά. Ποιος τους έπεισε; Ποιος τους ανάγκασε να φανερώσουν εκείνα που είχαν τολμήσει να πράξουν πριν τόσα χρόνια; Δεν είναι καταφανές ότι η συνείδηση, αυτός ο αλάθητος κριτής, ήταν αυτός που τους ταρακουνούσε το μυαλό και δεν άφηνε σε ησυχία την ψυχή τους;»4.

«Αρκούν στους ειδωλολάτρες η συνείδηση και το λογικό, για να αναπληρώσουν το νόμο του Μωυσή και των Προφητών. Με αυτά τα λόγια έδειξε ο απόστολος Παύλος5 και πάλι ότι ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο αυτάρκη και του έδωσε τη δύναμη να επιλέγει ελεύθερα την αρετή ή την κακία.

Όλοι στις αποφάσεις μας για τα θέματα της ηθικής είμαστε αυτοδίδακτοι και επαινούμε την αρετή, έστω κι αν δεν την ασκούμε, όπως επίσης μισούμε την κακία, κι όταν ακόμη τη διαπράττουμε. Αυτό αποτελεί μεγάλο κατόρθωμα της Θείας Χάρης, γιατί έτσι η συνείδησή μας και η προαίρεσή μας είναι εξοικειωμένες με την αρετή, ενώ είναι εχθρικές με την κακία. Όπως λοιπόν σας είπα, η γνώση της αρετής και της κακίας εξαρτάται από τη συνείδηση που είναι έμφυτη στον κάθε άνθρωπο και δεν έχουμε ανάγκη από κανένα δάσκαλο για να μας τα διδάξει αυτά. Επομένως η διόρθωσή μας εξαρτάται από την προαίρεσή μας, από το ζήλο και τους κόπους μας.

Στην ανθρώπινη φύση είχε από την αρχή δοθεί η γνώση του καλού και του κακού. Γιατί από πού έμαθε ο Άβελ ότι είναι καλό να τιμά κάποιος τον Θεό και να τον ευχαριστεί για όλα;

Κι αν ακόμη κάποιος θέλει να είναι άπειρες φορές κακός, το κριτήριο της συνειδήσεως δεν διαφθείρεται. Διότι είναι φυσικό δώρο του Θεού και έχει τοποθετηθεί από την αρχή της δημιουργίας του στον άνθρωπο. Κι αν ακόμη μύριες φορές του εναντιωθούμε, εκείνο είναι παρόν και φωνάζει, τιμωρεί, καταδικάζει. Και δεν υπάρχει κανείς απ’ αυτούς που επιλέγουν να ζουν μέσα στο κακό, που να μην υπομένει αφόρητη οδύνη και όταν το κακό βρίσκεται στη σκέψη του, αλλά και όταν το ενεργεί και το κάνει πράξη.

Άλλωστε εκείνοι που όρισαν πρώτοι τους νόμους για τους εαυτούς τους, από πού τους έμαθαν; Δεν είναι ολοφάνερο ότι τους έμαθαν από τη συνείδησή τους;

Από την αρχή που δημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο, τοποθέτησε μέσα του ηθικό, φυσικό νόμο. Τί σημαίνει όμως φυσικός ηθικός νόμος; Σημαίνει ότι διαμόρφωσε ο Θεός τη συνείδησή μας και την κατέστησε αυτοδίδακτη, ικανή δηλαδή να διακρίνει το καλό από το κακό. Γιατί δεν έχει ανάγκη ο άνθρωπος να μάθει ότι είναι κακό η πορνεία και καλό η αγνότητα και η σωφροσύνη, γιατί αυτό το γνωρίζει ενδόμυχα από την αρχή. Ο άνθρωπος είναι, θα λέγαμε, αυτοδίδακτος ως προς τη γνώση της αρετής. Αμάρτησε ο Αδάμ στον Παράδεισο, τότε που για πρώτη φορά έπεσε στην αμαρτία. Αμέσως, μετά την αμαρτία η προσπάθειά του ήταν να κρυφθεί. Αν δεν γνώριζε ότι έπραξε κάποιο κακό, τί λόγο είχε να κρυφθεί;»6.

«Η συνείδησή μας, αυτό κριτήριο της ψυχής μας, υπάρχει περίπτωση να νοσεί. Διότι αν η ψυχή δεν έχει την πλάστιγγα των λογισμών της σταθερή και προσηλωμένη με ακρίβεια στο νόμο του Θεού, δεν μπορεί να κρίνει ορθά τα πράγματα, αλλά περιφέρεται γύρω από το ορθό και παρασύρεται εύκολα».

«Δεν υπάρχει πιο πικρός κατήγορος από τη συνείδηση. Γι’ αυτό, όταν μας βασανίζει αυτός ο πολύ φοβερός κατήγορος εσωτερικά, οι εξωτερικοί κατήγοροι μας φαίνονται ημερότεροι και τους υποφέρουμε πολύ πιο εύκολα».

«Είναι αδύνατον να αποφύγουμε τον έλεγχο της συνειδήσεως που είναι αναπόφευκτος, αδέκαστος, δεν υποχωρεί μπροστά σε κανέναν εκφοβισμό, δεν διαφθείρεται από καμιά κολακεία, ούτε από τη δωροδοκία, δεν ατονεί και δεν καταπαύει ο έλεγχός της με το πέρασμα του χρόνου».

«Ο αδελφοκτόνος Κάιν, μετά το φόβο του αδελφού του Άβελ, έζησε πολλά χρόνια υποφέροντας διαρκώς, με αχώριστο σύντροφο το φόβο και τον τρόμο. Έπασχε από μύρια βάσανα και ζούσε στην κόλαση της ψυχής του καθημερινά».

«Δεν μπορεί να σηκώσει, δεν μπορεί να αντέξει τον έλεγχο της συνειδήσεως η ψυχή. Συμβαίνει το ίδιο στην ψυχή μ’ αυτό που γίνεται με τον δολοφόνο. Ο δολοφόνος σκοτώνει επειδή υποθέτει ότι δεν υα συλληφθεί. Αν όμως τον έλεγχε η συνείδηση, δεν θα έφθανε στο φόνο τόσο σύντομα».

«Τα όμορφα λόγια και η διαφθορά των αρχόντων και το πλήθος των κολάκων μπορούν πολλές φορές να αμαυρώσουν και συσκοτίσουν το δίκαιο. Τίποτα όμως απ’ αυτά δεν μπορεί να επηρεάσει τη συνείδηση που βρίσκεται στο εσωτερικό της ψυχής μας. Εκεί δεν ισχύουν οι κόλακες, δεν έχουν ισχύ τα χρήματα, για να διαφθείρουν τον κριτή. Το κριτήριο της συνειδήσεως έχει φυτευθεί μέσα μας από των Θεό. Και εκείνο που δόθηκε από τον Θεό, δεν είναι δυνατόν να πάθει ποτέ κάτι τέτοιο».

«Δεν υπάρχει, δεν υπάρχει δικαστής τόσο άγρυπνος στους ανθρώπους όπως είναι η συνείδησή μας. Γιατί οι δικαστές οι εξωτερικοί και από τα χρήματα διαφθείρονται και από τις κολακείες χάνουν την ευθυκρισία τους και από το φόβο υποκρίνονται κα πολλά άλλα είναι εκείνα που διαστρέφουν την ορθή κρίση τους. Το δικαστήριο όμως της συνειδήσεως δεν συνηθίζει να υποχωρεί σε τίποτα από όλα αυτά.

Αλλά είτε χρήματα δώσεις, είτε πεις κολακευτικά λόγια, είτε απειλήσεις ή οτιδήποτε άλλο κάνεις, η κρίση της θα είναι δίκαιη και η απόφασή της αλάνθαστη για τους αμαρτωλούς σου λογισμούς. Και αυτός που διέπραξε την αμαρτία, ο ίδιος καταδικάζει τον εαυτό του, ακόμη και όταν κανένας άλλος δεν τον κατηγορεί. Και όχι μόνο μιά φορά, ούτε δύο, αλλά πολλές φορές σε όλη τη διάρκεια της ζωής του εξακολουθεί να κάνει το ίδιο. Ακόμη και αν περάσει πολύς καιρός, η συνείδηση δεν λησμονεί ποτέ αυτά που έγιναν. Αλλά και πριν γίνει η αμαρτία και μετά τη διάπραξή της, η συνείδηση γίνεται δριμύς κατήγορος απέναντί μας, ιδίως μετά την εκτέλεσή της».

«Οι πονηρές πράξεις βασανίζουν τη συνείδηση και σ’ αυτή τη ζωή, πριν από τη μέλλουσα κόλαση»7.

«Όταν κάποιος έχει καθαρή συνείδηση, απαλλαγμένη από κάθε ρύπο της αμαρτίας θα μπορεί να έχει ένοικο στην ψυχή του τον Κύριο και Δεσπότη των όλων. Διότι λέει: «Μακάριοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό»8.

«Η αρετή έχει κόπο για να την αποκτήσει κανείς, αλλά η αγαθή συνείδηση γεμίζει τον αγωνιστεί με μεγάλη χαρά και ευφροσύνη. Είναι δε τόσο μεγάλη η ηδονή της ψυχής που κανένας λόγος δεν μπορεί να την παραστήσει. Γιατί τίποτα δεν είναι πιο τερπνό και πιο ευχάριστο από την αγαθή συνείδηση και την καλή ελπίδα».

«Τίποτα δεν παρηγορεί τόσο όσο η καθαρή συνείδηση, έστω κι αν περιβάλλουν τον άνθρωπο μύριοι πειρασμοί».

«Μην προδώσεις τη συνείδησή σου και κανείς δεν μπορεί να σε προδώσει».

«Δεν φοβάται κανέναν αυτός που δεν τον βαραίνει η συνείδησή του για κάποιο ένοχο πράγμα».

«Για πες μου υπάρχει τίποτα πιο οδυνηρό από την ένοχη συνείδηση; Γιατί τίποτα δεν μας βασανίζει και δεν μας πιέζει περισσότερο, όσο το να περιμένουμε τιμωρία λόγω της ένοχης συνείδησής μας. ενώ αντίθετα, τίποτα δεν μας εγκαρδιώνει και δεν μας κάνει να πετάμε ψηλά, όσο η πληροφορία της αγαθής μας συνείδησης».

«Ένας τρόπος Θεογνωσίας είναι η παρατήρηση της κτίσεως. Άλλος τρόπος, όχι μικρότερος, είναι η ύπαρξη της συνειδήσεως… Από την αρχή της δημιουργίας μας μας δόθηκαν αυτοί οι δύο δάσκαλοι. Η κτίση και η συνείδηση. Αυτοί οι δύο δάσκαλοι σιωπηλά διαπαιδαγωγούσαν τους ανθρώπους. Η κτίση με τη θέα της εκπλήσσει τον θεατή και του υπενθυμίζει το θαύμα του Θεού, ο Οποίος τη δημιούργησε και η συνείδηση που μιλάει μέσα μας μας υπαγορεύει τί πρέπει να κάνουμε. Καταλαβαίνουμε δε τη δύναμη της συνειδήσεως από την όψη του ανθρώπου. Όταν δηλαδή μας κατηγορεί εσωτερικά για αμαρτία, συγχίζει και αγριεύει το πρόσωπό μας και γινόμαστε κατηφείς. Όταν πάλι κυριευθούμε από αίσχους λογισμούς, γινόμαστε ωχροί και έντρομοι και δεν ακούμε τη φωνή της. Παρατηρούμε τότε την εσωτερική ακαταστασία στην εξωτερική όψη του άνθρωπου» 9.



-------------------------------------------------
1. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: Αποσπάσματα εκ διαφόρων λόγων του.
2. Εις Γένεσιν, ομιλ. ΝΔ΄, P.G. 54, 471.
3. Εις Γένεσιν, ομιλ. ΙΖ΄, 1-2. P.G. 53, 135.
4. Εις πτωχόν Λάζαρον, Λόγος δ΄, P.G. 48, 1015-16.
5. Ρωμ. 2,14.
6. Εις Ανδριάντας, Ομιλ. ΙΒ΄, P.G. 49, 131-133 &140.
7. P.G. 62, 628. 48, 659 ιζ΄. 52, 602. 62, 317 στ΄, 628. 61, 552
8. Ματθ. 5, 8
9. P.G. 54, 523. 58, 531. 61, 606. 52, 398. 62, 286. 60, 503. 54, 636.




Πηγή: in-agiosdimitrios.gr

Disqus

Days Remaining:
Hours Remaining:
Minutes Remaining:
Seconds Remaining:
Blogger Wordpress Gadgets